Βίοι Αγίων
johnpatrablog
. . . . . «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησόν με» . . . . . . johnpatrablog

Αναζήτηση Αγίων (χρησιμοποιήστε τόνους στα ονόματα)

Translate

† Ο Αγιος Στυλιανός , ο προστάτης των μικρών παιδιών (26 Νοεμβρίου)

Ό Αγιος Στυλιανός γεννήθηκε στην Παφλαγονία της Μικράς Ασίας , μεταξύ του 400 και 500 μ.Χ. Ηταν ευλογημένος από την κοιλιά της μητέρας του ακόμη. Όσο μεγάλωνε , τόσο με την Χάριν του Θεού γινόταν κατοικητήριο του Ά­γιου Πνεύματος.
Aπό την παιδική του ηλικία έδειξε τα σπάνια προτερήματα της αγιασμένης ζωής του. Άν και ήταν και αυτός παιδί και νέος και έφηβος , μολο­νότι είχε κι εκείνος σάρκα , εν τούτοις δεν άφη­σε τις επιθυμίες να μολύνουν το πνεύμα και την ψυχή του. Ηταν αγνός , αγνότατος.
Δεν άφησε επίσης να τον κυρίευσει κανένα γη­ινό πάθος. Δεν επέτρεψε στα πλούτη και στην φιλοπλουτία να κυριαρχήσουν στην ψυχή του και να την υποτάξουν στην φθορά και στην απώλεια.
Με την δύναμη και την Χάρη του Θεού πολέ­μησε όλα τα δολώματα της φθαρτής και πρόσκαι­ρης ζωής. Φιλοσόφησε με την αληθινή σοφία του Θεού και είδε πόσο πρόσκαιρος και τιποτένιος είναι ο υλικός τούτος κόσμος. Αποφάσισε έπειτα να βαδίσει με την επιθυμία της ψυχής του. Η ψυχή του τον καλούσε σε αγώνες ηθικούς και ωραίους. Τον καλούσε στην άσκηση της αρε­τής. Του έδειχνε τον δύσκολο και δύσβατο δρόμο της αιωνίας ζωής , της παντοτεινής ευτυχίας.
H αγνή και πιστή καρδιά του υπάκουσε στην φωνή της ψυχής του. Και η πρώτη ενέργεια του ή­ταν να πούλησει την περιουσία του και να την μοιράσει στους φτωχούς της Εκκλησίας. Και όταν δεν του είχε απομείνει τίποτε πια από την πατρική κληρονομία , γεμάτος ανακούφηση και χαρά , είπε:
«Πέταξα μια βαρειά άγκυρα , που με κρατού­σε δεμένο κοντά στις επιθυμίες του φθαρτού σώ­ματος. Πέταξα από πάνω μου τήν φθορά και την απώλεια. Τώρα ανοίγεται μπροστά μου πιο ευδιά­κριτος ό δρόμος της αληθινής ζωής. Απαλλαγμέ­νος , λοιπόν, ο Αγιος από τα φθαρτά , άλλα και συγχρόνως με ευτυχισμένη την καρδιά του , διότι μοίρασε τα πλούτη του σε φτωχούς δυστυχισμένους και σε θεάρεστα άλλα έργα , σκέφτεται πως θα ζήσει τιμιωτερα και αγιώτερα τη ζωή του.
Πόσο ανώτερον κάμνει τον άνθρωπο η διδα­σκαλία του Χριστού , από τη διδασκαλία των φιλο­σόφων! Αυτό το βλέπωμε , εάν συγκρίνωμε την πράξη αυτή του Αγ. Στυλιανού με εκείνο που έκανε ένας αρχαίος φιλόσοφος , Κράτης ονόματι. Και εκείνος κατάλαβε ότι ο πλούτος είναι τύραν­νος. Τον δουλεύει ό άνθρωπος σαν αφεντικό του. Εί­ναι σκλαβωμένος ο άνθρωπος στον πλούτο του και είναι δεμένος. Δεν είναι ελεύθερος. Γι´αυτό και αυτός πήρε τα χρήματα του , ανέβηκε σ´ έναν πα­ραθαλάσσιο βράχο και από εκεί τα πέταξε στη θά-
λασσα , φωνάζοντας συγχρόνως: «Κράτης Κράτη τα ελεύθεροι». Εγώ δηλ. ό Κράτης με το να πετά­ξω τα λεφτά μου στη θάλασσα ελευθερώνω τον Κράτητα , τον εαυτόν μου.
Κι' o Κράτης ελευθερώθηκε μεν από τα χρή­ματα του , αλλά δέθηκε περισσότερο από τον εγωι­σμό του. Πέταξε τα χρήματα του για να του πούνε ένα «μπράβο». Οι οπαδοί του Χριστού όμως τα απο­χωρίζονται , και συγχρόνως κτυπούν τα πάθη τους και κυρίως τον εγωϊσμόν. Αγωνίζονται να ελευθε­ρωθούν από το τυραννικόν πάθος του εγωισμού , διότι και η φιλοπλουτία είναι παιδί του εγωισμού. Για να απαλλαγούν όμως από τα πάθη και τον εγωϊσμόν αρχίζουν ισόβιο αγώνα , έχοντας συγχρό­νως και τη Θεία Χάρη βοηθόν.
Ο Κράτης ένας ήταν αν που το έκαμε αυτό οδη­γούμενος από τη φιλοσοφία , οι Χριστιανοί όμως που το πετυχαίνουν εφαρμόζοντας την διδασκαλία του Χριστού είναι εκατομμύρια. Πράγματι σε κά­θε γενιά πόσα εκατομμύρια εγκαταλείπουν τα εγ­κόσμια και ζουν θεληματικά φτωχοί. Ενα από τα τρία προσόντα του μοναχού είναι η ακτημοσύνη. Ολα τα πλήθη των μοναστών «αποθέτουν πάντα όγκον» όχι για ένα κούφιο μπράβο , αλλά για να αποκτήσουν την Βασιλείαν του Θεού. Δίνουν τα γη­ινα και παίρνουν τα επουράνια. Δίνουν τα ρέοντα και παίρνουν τα μόνιμα και παντοτεινά. Αποθέτουν το βάρος του πλούτου για να μπορούν ελεύθεροι να τρέχουν για να εισέλθουν στην Βασιλείαν του Θεού. Εχουν υπ´όψει τους το « ως δυσκόλως οι τα χρήματα έχοντες εισελεύσονται εις την Βασιλείαν του Θεού » , που είπε ο Κύριος. Πόσο λοιπόν ανώτερη είναι η διδασκαλία του Χριστού από την φιλοσοφίαν των ανθρώπων.
Με μοναδική πλέον περιουσία τα ενδύματα του , αρχίζει ένα σκληρό και αγωνιστικό στάδιο σύμφωνα με την διδασκαλία του Ιησού Χριστού. Αφού , λοιπόν, με τις ευεργεσίες του , ανέβασε ο μακάριος Στυλιανός τον γηινό θησαυρό του στους ουρανούς , και τον ασφάλισε , πήγε σε ένα μονα­στήρι και ντύθηκε το μοναχικό σχήμα. Από τη στιγμή εκείνη καμμιά γηινή σκέψη , καμμιά υλική παρένθεση δεν μπορεί να τον απομακρύνει από την πίστη του και την προσευχή του. Τίποτε άλλο δεν φροντίζει και τίποτε άλλο δεν ε­πιδιώκει , παρά μονάχα ό,τι είναι αρεστό στο άγιο θέλημα του Θεού. Αγωνίζεται πως να αρέσει στον Κύριο , πως να τελειοποίησει την ψυχή του , πως να κερδίσει τον Παράδεισο. Καμμιά δική του θέληση , που αντιστρατεύεται το θέλημα του Θεού , δεν βρίσκει θέση στην ζωή του. Η αυστηρή ασκητική του ζωή είναι απερίγρα­πτη. Η αγιότης του αρχίζει να αστράφτη. Η ταπει­νοφροσύνη του λαμποκοπάει. Η αγνότης του θαμ­πώνει. Η νηστεία του είναι αυστηρότατη. Η προσευ­χή του αληθινή επικοινωνία με τον Θεό. Οι αγρυ­πνίες του είναι θαυμαστές. Τρεις στόχους έβαλε για σκοπό του να επιτύχει ως μοναχός: την ακτημοσύνη , την αγνότητα και την υπακοή. Τους τρεις αυτούς στόχους τους πέτυχε. Και στις τρεις αυτές αρετές πήρε , σαν να πούμε , άριστα ο Αγιος Στυλιανός. Την ακτημοσύνην του την είδαμε. Δεν κράτη­σε για τον εαυτό του από την περιουσία του τίπο­τε απολύτως. Ούτε φρόντισε ν' απόκτησει ποτέ στη ζωή του κάτι τι και αυτός. Εζησε με φτώχεια και τελεία ακτημοσύνη.
Την αγνότητα του επίσης και την ηθικότητα του την κράτησε πολύ ψηλά. Κρατούσε την ψυχή του καθαρή «άπό παντός μολυσμου σάρκας και πνεύματος». Αγωνιζότανε στις επιθέσεις του ε­χθρού να μη τον αγγίξει η βρωμερή αμαρτία. Στο μυαλό του στριφογύριζαν πάντα τα λόγια τού Κυρίου μας που είπε:«Μακάριοι οί κα­θαροί τη καρδία , ότι αυτοί τον Θεόν όψονται. Ευτυχισμένοι δηλαδή και καλότυχοι είναι όσοι έχουν καθαρή την καρδιά τους από τη βρώμα της ανηθικότητος διότι αυ­τοί θ' αξιωθούν να δούνε το Θεό στη Βασιλεία των Ουρανών. Η υπακοή του στο Γέροντα του και τους άλ­λους ήταν παραδειγματική. Αγωνίστηκε σκληρά νά κόψει «το δικό του θέλημα», που στηρίζεται στον εγωισμό. Είναι πολύ δύσκολο νά κόψη κανείς το θέλημα του. Αυτό το ξέρουν όσοι αγωνίζονται τον πνευματικόν αγώνα. Ο Αγιος Στυλιανός πολέμησε στο Μοναστήρι εκείνο σκληρά εναντίον των τριών εχθρών , της σάρκας , του κόσμου και του διαβόλου. Για να καταβάλει τον κάθενα από αυτούς χρειάσθηκε πόλεμος πολυχρόνιος , σκληρός και ανύστακτος.
Στις τρεις αυτές λέξεις κρύβονται ηρωισμοί και παλαίσματα υπεράνθρωπα.
Ετσι ο Αγιος Στυλιανός αποδεικνύεται λαμπρό αστέρι της ασκητικής ζωής.
Γίνεται παράδειγμα σε νεότερους και παλαιότερους. Ολοι τον θαυμάζουν και τον προβάλλουν σαν παράδειγμα. Τον έχουν σαν πρότυπο μιμήσεως.
Άλλα η αυστηρότης εκείνη του ασκητικού βίου δεν του ειναι αρκετή , θέλει να πλησίασει περισσότε­ρο στην τελειότητα. Επιθυμεί , τώρα την πλήρη μόνωση τον αυστηρότατο ασκητισμό: τον αναχωριτισμό. Αποχαιρετάει τους αδελφούς μονα­χούς στο Μοναστήρι και αποσύρεται ο Αγιος μακρυά σε έρημο και ακατοίκητο μέρος. Εκει στην έρημο κατασκηνώνει σ' ένα σπήλαιο.
Το νέο στάδιο της ασκητικής του ζωής είναι ουράνιας τελειότητος. Οι μέρες και οι νύχτες του κυλούν με λογισμούς , με σκέψεις και προσευχές για τον Τρισυπόστατο Θεό. Ψάλλει ολόψυχα το μεγαλείο του Θεού. Υμνεί την Αγία Τριάδα. Ζεί ενωμένος με τον Θεό! Τίποτε δεν διασπά την θεϊκή του γαλήνη.
Ο­λα όσα βρίσκονται γύρω του και όσα προβάλλουν στον μακρυνό του ορίζοντα δεν είναι τίποτε άλλο , παρά αποδείξεις του Δημιουργού. Μελέτα τα δημιουργήματα του Θεού και δυναμώνει πιο πολύ ή πίστη του. Νοιώθει καλά εκείνο που λέγει ο Απόστολος Παύλος « Τά γάρ αόρατα του Θεό ο τοΐς ποιήμασι νοούμενα κ α θ ο­ρά τ α ι ή τε άΐδιος αύτου δ ύ ν αμις καΐ θειότης».
Ο σημερινός άνθρωπος , δεν έχει την ευκαιρία να βλέπει τα έργα το Θεό , που τον βοηθούν στο να πιστεύει στο Θεό. Ζεί χωμένος μέσα στις τερά­στιες πόλεις , μέσα στις πελώριες πολυκατοικίες ή στο θόρυβο των εργοστασίων. Απομακρύνθηκε έ­τσι από τη φύση , απομακρύνθηκε από τα δημιουρ­γήματα του. Βλέπει περιωρισμένα τα δικά του δη­μιουργήματα μόνον. Γι´αυτό απομακρύνεται από τον Θεό και λιγοστεύει η πίστη του συνεχώς.
Οι αστρονόμοι , οι οποίοι παρατηρούν συνεχώς τα ουράνια σώματα , τα πολυάριθμα άστρα , τα έρ­γα του Θεό , είναι ευσεβείς και θεοφοβούμενοι. Ο μεγάλος αστρονόμος Κέπλερ , όταν άκουε το όνο­μα του Θεού , σηκωνόταν όρθιος και έβγαζε το καπέλλο του.
Και ο ερημίτης Στυλιανός εκεί στην ησυχία της έρημου είχε τον καιρόν να παρατηρεί τα δημι­ουργήματα του Θεού και να φιλοσοφεί επάνω σ' αυτά. Εβλεπε τον Δημιουργόν σε όλα , διότι εσκέπτετο , ότι ήταν αδύνατον να γίνει μόνος του αυτός ο τρισμέγιστος κόσμος , τόσον ωραίος , σκόπιμος και αρμονικός. Εβλεπε τον Θεόν στα απειροπληθή άστρα του ουρανού , που στροβιλίζονται στο αχανές διάστημα με τόση ταχύτητα , άλλα και ακρίβειαν.
Εβλεπε τον Θεό στον γίγαντα της ημέρας τον ήλιο ο οποίος με το να κρατεί κανονική απόστασιν από την γή , δίδει με την θερμότητα του ζωή στους ανθρώπους , τα ζώα και σ' όλην την γύ­ρω φύση. Εβλεπε τον Θεό στο νεράκι που κελλάριζε στις βρυσούλες του βουνού και τον δρόσιζε. Σκεφτόταν ότι το νερό αυτό ήταν κάτω στις θάλασσες και τους ωκεανούς και όμως η πανσοφία και παντοδυ­ναμία του Θεού το ανεβάζει στο βουνό. Το εξατμί­ζει , το κάνει αραιότατο και ανάλαφρο σύννεφο. Το μεταφέρει με τον αέρα στα βουνά , το κάνει ψηλή βροχούλα , το ραντίζει σε όλο τό πρόσωπο της γης και την ποτίζει. Το εναποθηκεύει στα σπλάχνα των ορέων σε τεράστιες αποθήκες και το δίδει λίγο - λί­γο στις βρυσούλες , που τρέχουν συνεχώς! Εβλεπε τον Θεό στα αναρίθμητα ζώα τα μι­κρά και τα μεγάλα , που δημιούργησε ο Θεός «κατά γένος και κατά είδος». Κοίταζε την ποικιλίαν των δένδρων και των φυτών και σκεφτόταν , αν δεν τα έφτιαχνε αυτά ο Θεός , θα ήταν αδύνατον η ζωή των ανθρώπων και των ζώων. Διότι όλα αυ­τά τρέφονται από το φυτικόν βασίλειον.
Τα έβλεπε όλα αυτά και αναφωνούσε με τον Δαυίδ: «Οι ουρανοί διηγούνται δό ξαν Θεού ποίησιν δέ χειρών αυτού αναγγέλλει τό στερέωμα». Ξεσπού­σε κατόπιν σε δοξολογία , λέγοντας: «Ώ ς έμεγαλύνθη τά έργα σου, Κύριε! Πάντα έν σοφία έποίησας. Επληρώθη ή γη της κτίσεως Σου»!
Δύο βιβλία διάβαζε συνεχώς στην έρημο: το βιβλίο της φύσεως και το βιβλίον της Αγίας Γραφής. Η καρδιά του , η διάνοια του , η ψυχή του , όλη ή ύπαρξης του είναι ολόθερμα δοσμένη στον Θεό. Θείο και ιερό ρίγος διαπερνά την ασκητική σάρκα του , καθώς η ψυχή του εμβαθύνει στο κάλ­λος της θείας Δημιουργίας. Το άγιο πάθος της αγάπης του οσίου Στυλια­νού προς το πανάγιο Ονομα του Θεού τον συγκλο­νίζει. Ολη η δύναμη του είναι συγκεντρωμένη στη θεία αυτή αγάπη. Εγκαταλείπει έτσι ό Αγιος το σαρκικό εγώ του. Παύει να φροντίζη για την τροφή του. Γίνεται όλος ακμή πνεύματος και ψυχής. Μπορεί να πει και αυτός «ζω δέ ούκέτι έγώ, ή δέ έν έμοί Χριστός». Τρεφόταν με χόρτα της ερήμου. Και όταν δεν υπήρχαν αυτά , ο Θεός δεν τον άφηνε. Ο Θεός , που θαυματουργεί δια τους Αγίους και μέσω των Αγίων , δεν άφηνε τον σεβάσμιο όσιο να εξαντληθεί από την πείνα. Τον κράτησε στην ζωή στέλνοντας του τροφές με τους αγγέλους, όπως έστελνε και στους άλλους Αγίους , στον Προφήτη Ηλία, τον Αγίο Μάρκο τον Αθηναίο τον φιλόσοφο και λοιπούς.
Πολλά χρόνια έζησε τη σκληρή ζωή του άναχωρητού. Πάλεψε στην έρημο έπι δεκαετίας ολό­κληρες σκληρά με τον διάβολο και τον εαυτό του. Πάλεψε να
ξεριζώσει τα πάθη του , να από­κτησει τις αρετές και να φθάσει στην αγιότητα που θέλει ο Θεός , ο Οποίος είπε: «γίνεσθε Αγιοι , ότι Εγώ Αγιος ειμί».
Ο Δημιουργός ήθελε να ζήσει ακόμη ο Αγιος Στυλιανός , για να λαμποκοπάει με την αρετή του και να παραδειγματίζει με την αυστηρότητα της ασκητικής του ζωής. Ηθελε η έμψυχος εκείνη στήλη της εγκράτει­ας , ο φωτεινός λύχνος της ερήμου , να λάμψει σ' όλα τα πέρατα της γης. Ηθελε ο Θεός να φανούν οι ποικίλες αρετές του. Ο λύχνος όμως πρέπει να βρίσκεται ψηλά , για να φέγγει σ' όλους και όχι να κρύβεται και να χά­νεται η λάμψη του. Ετσι και εκείνοι , που φεγγο­βολούν με τις αρετές τους , τους φανερώνει ο Θεός για να γίνονται φως στο δρόμο της ζωής των άλ­λων. Ετσι και ο Αγιος Στυλιανός , άφου με τους σκληρούς ασκητικούς αγώνας του στολίστηκε με τις αρετές και ήταν σαν λαμπάδα , με το γλυκό και ζεστό φως , άφου έφθασε σε ύψη δισθεώρητα αρε­τής , μπορούσε να χύσει στο λαό το ιλαρό φως της αγιότητος του , προς δόξαν Θεού και σωτηρίαν αν­θρώπων. Ο δίκαιος Θεός θα έδειχνε ακόμη στον κόσμο πως αντιδοξάζει εκείνους , που λατρεύουν το όνο­μα Του και Τον δοξάζουν.
Διαδόθηκε , λοιπόν, η φήμη του Αγίου Στυλια­νού παντού. Πλήθος κόσμου από διάφορα μέρη συνέρρεαν μ' ευλάβεια προς τον Αγιον για να θαυ­μάσουν την αγιότητα του και ν' αποκομίσουν ψυχι­κά και σωματικά αγαθά. Η αγία του μορφή , τα σοφά του λόγια , οι προτροπές του άλλαξαν την ζωή πολλών ανθρώπων. Πολλοί ήταν εκείνοι που γοητευμένοι από την ασκητικότητα του , εγκατέ­λειπαν τον κακό εαυτό τους και μετανοούσαν και αναγεννιόνταν ψυχικά. Συγκινητικές ήταν οι εκδηλώσεις των Χριστια­νών που τον επισκέπτονταν στην έρημο , εκεί στο ασκητήριο του. Ηξερε να γαληνεύει τις ταραγμένες ψυχές. Κοντά του έτρεχαν και άλλοι ασκητές για να ενι­σχυθούν με τα λόγια του και την λάμψη του στο σκληρό ασκητικό βίο. Εγνώριζεν ο Αγιος Στυλιανός , ότι για να κερδίσει κανείς την Βασιλεία των Ουρανών πρέπει να έχει την ψυχή του , σαν την ψυχή των μικρών παι­διών. Του έκαναν εντύπωση τα λόγια του Κυρίου: «Έαν μή στραφήτε καί γένησθε ώς τα παιδία ού μή είσέλθητε είς τήν Βασιλείαν τών Ουρα­νών». «Τών γαρ τοιούτων εστίν , ή Βασιλεία του θεού», τών μικρών παιδιών δηλαδή που είναι αθώα. Ηξερε , ότι τα παι­διά έχουν αγγελικές ψυχές. Το κτυπάει ο πατέρας του και πάλι πηγαίνει σ' αυτόν. Τον κτυπάει ο φί­λος του και δεν του κρατάει κακία , αλλά σε λίγο πάλιν παίζουν μαζί. Ενώ οι μεγάλοι το κρατούν σαν κα­μήλα μέσα τους. Γι´αυτό ήθελε να τα βοηθάει , να τα προστατεύει τα παιδιά. Και στην αγία του εκείνη επιθυμία ο Παντο­γνώστης Θεός του έδωσε την Χάρη Του , να μπορεί να κάνει θαύματα.
Ο Θεός βράβευσε το ιερό του αίσθημα και του έδωσε την θαυματουργική δύναμη να θεραπεύει τα ασθενεί παιδιά. Μητέρες από κον­τινά και μακρινά μέρη , με φορτωμένα στους ώμους ανάπηρα και άρρωστα παιδιά έτρεχαν , με πόνο καί πίστη, κοντά στον Αγιο για να ζητήσουν την θεραπείαν των παιδιών τους. Μέρες ολόκληρες βάδιζαν μέσα σ' έρημα μέρη για να βρουν την δοξασμένη από τον Θεό ασκη­τική σπηλιά του Αγίου Στυλιανού. Και όταν έφθασαν εκεί , με δάκρυα στα μάτια έπεφταν στα πόδια του Γέροντα ασκητή , δόξαζαν τον Θεό , που τον συνάντησαν και τον παρακαλού­σαν να γιατρέψει τά παιδιά τους. Ο Αγιος Στυλιανός γεμάτος καλωσύνη και συμπόνοια έπαιρνε
τ' άρρωστα νήπια στα χέρια του και με μάτια δακρυσμένα παρακαλούσε το Θεό να τα γιατρέψει. Ο Δεσπότης των Ουρανών άκουγε την ολόψυ­χη προσευχή του και ο Αγιος θαυματουργούσε. Παιδιά άρρωστα εύρισκαν την υγειά τους.
Πα­θήσεις διαφόρων ειδών εξαφανίζονταν. Μπροστά στη δύναμη του Θεού
καμιά αρρώστια δεν μπο­ρούσε ν' αντισταθεί. Μανάδες έκλαιγαν από χαρά έξω από το ασκητήριο του. Και άλλες καταφιλούσαν με σεβα­σμό και ευγνωμοσύνη το χέρι του Αγίου γέροντα , δοξάζοντας τον Θεόν. Δοξολογούσε κι' εκείνος ακατάπαυστα το Α­γιο Ονομα Του και τον ευχαριστούσε για τα θαύ­ματα αυτά , που τον αξίωνε να κάνει. Επειτα γεμάτος στοργή κοίταζε τα αθώα πλασματάκια που είχαν λυτρωθεί από την αρρω­στιά. Ενα γλυκό χαμόγελο , χαμόγελο αγγελικό άνθιζε στο πρόσωπο του σεβασμίου ασκητού. Τα θαύματα όμως αυτά γινόταν γνωστά σ' όλα τα μέρη και κόσμος πολύς έτρεχε στον Αγιο Στυλιανό για να τον παρακάλεσει να γιατρέψει από κάποια ασθένεια τα παιδιά του.
Ετσι δόξαζε ο Αγιος Θεός το όνομα του ο­σίου Στυλιανού που αφιέρωσε την ζωή του για την δό­ξα του Θεού. 'Αλλά δεν ήταν μόνο τα θαύματα της θεραπεί­ας των παιδιών που δόξαζαν το όνομα του ταπει­νού Αγίου Στυλιανού. Ο Αγιος απέκτησε φήμη ως θαυματουργού , διότι έκανε τους άτεκνους εύτεκνους , με την προσ­ευχή του. Με την προσευχή του Αγίου Στυλιανού πολλές στείρες τεκνοποιούσαν. Πολλοί πιστοί Χριστιανοί με την ευλογία του , αν και ήταν άτεκνοι πρωτύτερα , απέκτησαν ωραία και γεμάτα υγεία παιδιά.
Πολλοί μάλιστα καλοί Χριστιανοί και μετά την κοίμηση του , επικαλούμενοι το όνομα του Αγίου και ζωγραφίζοντες σαν τάμα την εικόνα του , α­πέκτησαν παιδιά , αν και είχαν χάσει την ελπίδα πια να τεκνοποιήσουν.
Εν' τώ μεταξύ άπ' όλα τα μοναστήρια πήγαι­ναν στον γέροντα ασκητή για να
ευφρανθούν κον­τά του , το άρωμα της αγιότητας του. Μοναχοί και ασκητές ζητούσαν από τον Αγιο δάσκαλο συμβουλές , για το πως πρέπει να αντιμε­τωπίζουν τους πειρασμούς και πως να επιβάλλουν την γαλήνη στα κοινόβια τους. Ολοι τον έβλεπαν σαν πρότυπο αγίας ασκητι­κής ζωής. Η προσωπικότητα του ήταν γεμάτη τα­πεινοφροσύνη και άστραφτε από ουράνιο κάλλος.
Και εκείνος ακούραστος με αγγελική γαλήνη τους δίδασκε , τους καθοδηγούσε , τους γέμιζε την καρδιά , τους στερέωνε στην πίστη , τους διέλυε τις αμφιβολίες. Ειρήνευε με τις συμβουλές του από μακρυά όσα μοναστήρια είχαν εσωτερικές διχόνοιες. Ετσι έζησε κι έτσι δόξασε τό όνομα του Θεού και δοξάσθηκε από τον Ουράνιο Πατέρα ο Αγιος Στυλιανός. Οταν έφθασε σε βαθειά γεράματα , έστειλε ο Θεός τους Αγγέλους Του και πήραν την αγίαν του ψυχή , για να την αναπαύσουν από τους πολύ­χρονους κόπους , τις στερήσεις και την σκληρότητα της ασκητικής ζωής. Κοιμήθηκε , λοιπόν, ο Αγιος πλήρης ημερών και αρετών.
Που τον έθαψαν , δεν γνωρίζουμε , ούτε διεσώθηκαν άλλα στοιχεία από την κουρασμένη και αγιασμένη ζωή του. Εμεινε όμως το όνομα του. Τον σέβεται και τον τιμά όλη η Ορθόδοξη Χριστιανωσύνη. Τον επικαλούνται στις ανάγκες τους και προπάντος για τα άρρωστα παιδιά τους. Κτίζουν στο όνομα του μεγαλοπρεπείς Ναούς. Στην Αθήνα υπάρχουν τουλάχιστον δύο Ναοί του Αγίου Στυλιανού στον Γκύζη και στον Καρρέα. Τα θαύματα του Αγίου συνεχίζονται και μετά την κοίμηση του. Και σήμερα ο Αγιος Στυλιανός εξακολουθεί να είναι προστάτης των παιδιών. Λένε μάλιστα, ότι από την λέξη
<< στυλώνει>> που σημαίνει << στηρίζει τη υγεία των παιδιών>>.
Ο Αγιος εικονογραφείται με ένα νήπιο σπαργανωμένο στην αγκαλιά του που συμβολίζει , ότι είναι ο προστάτης των νηπίων. Η μνήμη του Αγίου Στυλιανού εορτάζεται στις 26. Νοεμβρίου.

Επίλογος
Οπως είδαμε ο Αγιος Στυλιανός είναι προ­στάτης των μικρών παιδιών. Και είναι αλήθεια , ότι οι γονείς τρέχουν στον Αγιο να τα θεραπεύσει από τις διάφορες ασθένειες του σώματος. Δεν τρέ­χουν όμως στον Αγιο να τα προστατέψει και από τις ασθένειες της ψυχής. Τα παιδιά πάσχουν από ελαττώματα και πά­θη. Είναι κακοκέφαλα και ατίθασα, νευρικά και ανάποδα. Τα επηρεάζει ο Σατανάς και τα παρακι­νεί στο κακό και την αμαρτία. Τα κάνει αγνώρι­στα στο σπίτι. Κινδυνεύουν επίσης τα παιδιά από τους κακούς και φαύλους ανθρώπους , καθώς και από τις κακές παρέες. Παρασύρονται και παίρ­νουν τον κακό δρόμο.
Αι λοιπόν, σ' αυτές τις περιπτώσεις πρέπει οι γονείς να καταφεύγουν στον
Αγίο Στυλιανό. Είναι πρόθυμος να τα βοηθεί , να τα προστατεύει και να τα θεραπεύει όχι μόνον σωματικά , άλλα και ψυ­χικά , αρκεί φυσικά να κάνει και εκείνος που τον παρακαλεί το καθήκον του. Αλλά και εκτός της ειδικής αυτής περιπτώσε­ως , η ζωή του μας καλεί και εμάς να εργασθούμε τα έργα της ευσέβειας , της σωφροσύνης, της δικαι­οσύνης , της ελεημοσύνης. Μας καλεί στην θερμή πίστη , αν θέλουμε να δούμε Θεού πρόσωπο κατά την ημέρα της Κρίσεως. Μας καλεί να ζήσωμε με έργα το θέλημα του Θεού για να παραλάβουν και τη δική μας την ψυχή οι άγγελοι και να την οδηγή­σουν στην αιώνια ευτυχία και μακαριότητα των Ουρανών !!! ΑΜΗΝ !!!


Από το βιβλίο: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ << Ο ΑΓΙΟΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ >>
του Αρχ. Χαράλαμπου Δ. Βασιλόπουλου
Εκδόσεις: << Ορθόδοξου Τύπου >>

Ἀπολυτίκιον
Στήλη ἐμψυχος τῆς ἐγκρατείας, στῦλος ἄσειστος τῆς ἐκκλησίαςε, Στυλιανέ, ἀνεδείχθης, μακάριε. Τὸν γὰρ σὸν πλοῦτον σκορπίσας τοῖς πένησιν, ἐν οὐρανοῖς ἐκομίσω τὸν ἄφθαρτον, καὶ ἐγκρατείᾳ καὶ πόνοις, πανόλβιε, χάριν εἴληφας νηπίων προστάτης γενόμενος καὶ φύλαξ νεογνῶν ἀπροσμάχητος.

Έτερον Ἀπολυτίκιον  
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Στήλη ἔμψυχος τῆς ἐγκρατείας, στῦλος ἄσειστος τῆς Ἐκκλησίας Στυλιανὲ ἀνεδείχθης μακάριε· ἀνατεθεὶς γὰρ Θεῷ ἐκ νεότητος κατοικητήριον ὤφθης τοῦ Πνεύματος. Πάτερ ὅσιε Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε δωρίσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
 

Πηγή: http://orthodoxi-diapaidagogisi.blogspot.com/



† Η Αγία Αικατερίνη (25 Νοεμβρίου)

Βασιλική καταγωγή

Η Αγία Αικατερίνη είναι από τις πιό κοσμοαγάπητες Αγιες. Της κτίζουνε οι ανθρώποι μεγαλοπρεπείς Ναούς στο όνομα της. Οι ρήτορες της πλέξανε τα καλλίτερα εγκώμια. Οι υμνογράφοι της συνέθεσαν τους ωραιότερους ύμνους. Οι μεγαλύτεροι αγιογράφοι ασχολήθησαν με την μορφή της. Και οι ζωγράφοι κάνουν τις θαυμασιώτερες εικόνες γι' αυτήν.Γιατί όμως είναι τόσο δημοφιλής; Διότι υπήρξαν μεγάλα τα κατορθώματα της. Πράγματι, θαυμαστά και υπέροχα είναι τόσο η δράσις της, όσο και τα έργα της, όπως θα δούμε.

Η Αγία Αικατερίνη γεννήθηκε στην Ελληνικώτατη και μεγάλη πόλη της Αιγύπτου, την Αλεξάνδρεια. Η οικογένεια της ήτανε από τις μεγαλύτερες και επισημότερες οικογένειες.

Είχε καταγωγή βασιλική. Ήταν απόγονος των Πτολεμαίων, των βασιλέων της Αιγύπτου. Ο δε πατέρας της λεγόταν Κώνστας και είχε διορισθή από εκείνους, που διοικούσαν την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία τοπάρχης στην Κύπρο. Κατόπιν όμως μετετέθη στην Αλεξάνδρεια. Εις δε την Κύπρο έμεινε ένας αδελφός του. Όταν όμως πέθανε ο πατέρας της Αικατερίνης, αυτή ωδηγήθηκε στην Κύπρο, στον θείο της. Αλλά, όταν εκείνος έμαθε, οτι συμπαθούσε την Χριστιανική Θρησκεία, την έκλεισε στην φυλακή. Κατ' αρχάς μεν στην Σαλαμίνα και μετά στην Πάφο. Κατόπιν από εκεί την έστειλε πάλιν στην Αλεξάνδρεια.

Σήμερα στην Κύπρο κοντά στο νεκροταφείο της αρχαίας πόλεως Σαλαμίνος, υπάρχη φυλακή που λέγεται " Φυλακή της Αγίας Αικατερίνης".

Μόρφωσις καταπληκτική

Η Αικατερίνη ήτανε εξυπνότατη και είχε μεγάλη όρεξι, για σπουδή και γράμματα. Ως τα δεκαοκτώ χρόνια έμαθε τέλεια την Ελληνική και Ρωμαϊκή Παιδεία και Επιστήμη. Έμαθε τους μεγάλους ποιητές, τον Όμηρο και τον Βιργίλιο. Σπούδασε την Ιατρική και διάβασε τον Ιπποκράτη και τον Γαληνό, τους ιατρούς. Περισσότερο όμως ασχολήθηκε με την Φιλοσοφία. Τον Αριστοτέλη, τον Πλάτωνα, τον Φιλιστίωνα και τους άλλους φιλοσόφους τους έπαιζε στα δάκτυλα.

Ασχολήθηκε και με τους μεγάλους μάγους και αποκρυφιστάς, τον Διονύσιον και την Σίβυλλαν. Έμαθε την ρητορική τέχνη και είχε ευφράδεια καταπληκτική. Έμαθε επίσης πολλές γλώσσες. Τόση δε ήταν η εξυπνάδα της και η σοφία, που απέκτησε, ώστε έμειναν κατάπληκτοι όσοι την έβλεπαν και την άκουγαν.

Παρθενική ζωή

Είχε κάλλος και ομορφιά ασύγκριτη. Όταν μεγάλωσε, από το ένα μέρος η ομορφιά και η κορμοστασιά της νέας και από το άλλο η σοφία και η μόρφωσις συγκίνησαν πολλούς πλούσιους, άρχοντες και αξιωματούχους. Στρατιωτικοί, Συγκλιτικοί, μορφομένοι και μεγιστάνοι του πλούτου την ζητήσανε σε γάμο. Όχι μόνο από την Αλεξάνδρεια, αλλά ακόμη και από τη Ρώμη.

Εκείνη όμως ταπεινά απαντούσε σε όλους, οτι δεν ήθελε να παντρευτή. Και, όταν επέμειναν γι' αυτό φορτικά, εκείνη απαντούσε οτι θέλει να ζήση μοναχή της και να περάσητη ζωή της εν παρθενία.

Η μητέρα της όμως, που σκεπτόταν κοσμικά και οι συγγενείς της την πιέζανε καθημερινά. Της λέγανε, οτι είναι ανάγκη να παντρευτή για να μην φύγουν από τα χέρια της οι οικογενιακοί τίτλοι. Είναι κρίμα, της τόνιζαν, με τέτοια ομορφιά, με τέτοια μόρφωσι και με τόσον πλούτο και οικογενιακή δόξα να μείνης ανύπαντρη, Τότε η Αικατερίνη, για να πάψουν να την ενοχλούν η μάννα της και οι συγγενείς της τους είπε:


- Βρέστε μου εσείς ένα νέον, που να μου μοιάζη σ' αυτά τα χαρίσματα που λέτε, πως τα έχω παραπάνω από τις άλλες κοπέλλες και θα τον παντρευτώ. Διότι δεν καταδέχομαι να πάρω κατώτερο μου. Ψάξτε, λοιπόν, παντού. Αν όμως του λείπη έστω και ένα από αυτά, είτε η ευγενικιά καταγωγή, είτε ο πλούτος, είτε η σοφία, είτε η ομορφιά, να ξέρετε, πως δεν θα τον πάρω.

- Είναι, της είπαν, ο γιός του αυτοκράτορα της Ρώμης και μερικοί άλλοι αξιωματούχοι. Αυτοί και από μεγάλη οικογένεια είναι και πλουσιώτεροι από σένα. Μόνο στην ομορφιά και στην μόρφωσι είναι λίγο κατώτεροι σου.

- Αφού είναι κατώτεροι μου, σας είπα, δεν δέχομαι, τους απάντησε.


Ο ασκητής την καθοδηγεί
 

Όταν η μητέρα της είδε, οτι δεν μπορούσε να την καταφέρη να παντρευτή, σκέφθηκε να συμβουλευτή έναν άγιο άνθρωπο, και σοφό Χριστιανό, που τον λέγανε Ανανία. Αυτός ασκήτευε έξω από την πόλη, κρυμμένος σε μια ερημική τοποθεσία. Πήρε, λοιπόν, την Αικατερίνη και πήγανε να τον συμβουλευθούνε.
 

Ο ασκητής τους άκουσε με προσοχή. Στο καθαρό μυαλό του έκαναν εντύπωση τα γνωστικά λόγια της Αικατερίνης και σκέφθηκε να πλησιάση την καρδιά της στον Ουράνιο Νυμφίο - Χριστό.
 

- Εγώ, τους είπε, ξέρω έναν θαυμάσιο γαμπρό. Αυτός σε περνάει σε όλα τα χαρίσματα που είπες, οτι έχεις. Δεν του βγαίνεις μπροστά Του.

Η Αικατερίνη σαν το άκουσε αυτό έχασε το χρώμα της. Νόμισε πως κάποιος επίγειος άρχοντας θα ήταν και θα βρισκόταν τώρα σε δύσκολη θέση ν' αρνηθή.

- Μα υπάρχει τέτοιος άνθρωπος πράγματι; Του είπε.

- Παιδί μου με βλέπεις, πως είμαι γέροντας με άσπρα γένεια και έχω βάλει όρο στη ζωή μου να μην πω ποτέ ψέμα, διότι το απαγορεύει ο Θεός.

- Αφού έτσι είναι, μπορώ να ιδώ και να συναντήσω τον νέον αυτόν; Ρώτησε η Αικατερίνη.


- Και βέβαια μπορείς! Αποκρίθηκε ο ασκητής. Αρκεί να με ακούσης σε οτι θα σου πω.
 

- Ευχαρίστως, του απάντησε, γιατί σε βλέπω σεβάσμιο και γνωστικό γέροντα.

- Άκουσε,παιδί μου. Πάρε αυτή την Εικόνα της Παναγίας, που κρατάει το Θείο Βρέφος στην αγκαλιά της και πήγαινε στο σπίτι σου. Κλείσε την πόρτα του δωματίου σου και προσευχή σου όλη τη νύκτα. Η Παναγία θα σε οδηγήση και θα σε φωτίση. Αύριο δε έλα πάλι να τα πούμε.

Ο Νυμφίος την αποστρέφεται

Πράγματι η Αικατερίνη πήρε την Εικόνα της Θεομήτορος από τον Ασκητή και πήγε στο σπίτι της γεμάτη σκέψεις και απορίες. Εκεί στο αρχοντικό της άφησε εντολή να μην την ενοχλήση κανείς και κλείστηκε, όπως της είπε ο ασκητής, ολομόναχη στο δωμάτιο της.

Προσευχόταν τη νύκτα συνεχώς. Τα βαθειά μεσάνυχτα, όμως, από την κούρασι και την αγωνία, την πήρε ο ύπνος. Και τι βλέπει στον ύπνο της!

Βλέπει την Βασίλισσα των Ουρανών, την Παρθένα Μαρία, με το Θείο Βρέφος τον Χριστόν στην αγκαλιά της. Ο Χριστός ακτινοβολούσε περισσότερο από τον ήλιο. Κοίταζε όμως την Μητέρα του και όχι την Αικατερίνη. Η Αικατερίνη δεν μπορούσε να ιδή το Πρόσωπο Του. Βλέπει επίσης στον ύπνο της, πως άλλαξε θέση. Πήγε από το άλλο μέρος για να αντικρύση το πρόσωπο Του και το βλέμμα Του. Ο Χριστός όμως γύρισε από το αντίθετο μέρος το πρόσωπο Του. Αυτό συνέβη τρείς φορές. Στην τρίτη φορά άκουσε την Παναγία να λέγη:
- Κοίταξε παιδί μου, την δούλη Σου Αικατερίνη πόσο ωραία είναι, πόσο όμορφη, πόσο λαμπρή...

- Όχι, απάντησε, το Θείο Βρέφος. Είναι άσχημη, μαύρη και σκοτεινή. Δεν μπορώ να την βλέπω.

- Μα είναι η πιο όμορφη από όλους τους φιλοσόφους και ρήτορας, η πιό ευγενής και η πιό πλούσια από όλες τις νέες του τόπου, λέγει η Παναγία.

- Και Εγώ, λοιπόν Μητέρα, σου λέγω πως είναι αμόρφωτη, φτωχή και άξια περιφρονήσεως. Εφ' όσον βρίσκεται στην κατάσταση που βρίσκεται ( πλάνη της ειδωλολατρίας ή της αθεΐας ), δεν καταδέχομαι να Μου ιδή το πρόσωπο Μου.

 

- Παιδί μου, μη την καταφρονείς την νέα. Βοήθησε την, καθοδήγησε την, πως να μπορέση να ιδή το υπέρλαμπρον πρόσωπον Σου, πρόσθεσε η Θεοτόκος.

- Να πάη, απάντησε ο Χριστός, στο γέροντα που της έδωσε την Εικόνα και οτι εκείνος την συμβουλέψη, να κάνη. Μόνον έτσι θα ιδή το πρόσωπον Μου και θα νοιώση χαρά ανείπωτη και θα βρή την ευτυχία της.

Αυτά βεβαίως η Αικατερίνη τα είδε, όπως είπαμε, στον ύπνο της και ξύπνησε ταραγμένη.


Το δακτυλίδι της Θείας Μνηστείας

Νύχτα σχεδόν ξεκίνησε με μερικές άλλες γυναίκες, για να συναντήση τον άγιο εκείνο γέροντα ασκητή. Όταν έφτασε, έπεσε με δάκρυα στα πόδια του και άρχισε να του διηγήται λεπτομερώς όσα είδε στον ύπνο της. Έπειτα τον παρακαλούσε να την συμβουλέψη τι να κάνη, για να μπορέση να ιδή το πρόσωπον του Χριστού.

 

Ο ασκητής δεν έχασε την ευκαιρία. Της μίλησε για την χριστιανική Πίστι. Για τα μυστήρια του σύμπαντος και τον προορισμό του ανθρώπου. Της είπε έπειτα για τον Νυμφίον - Χριστόν και την αγάπη, που έδειξε για το ανθρώπινο γένος, ώστε να εγκαταλείψη την Βασιλεία των Ουρανών και να έλθη στη γη και να σταυρωθή για την κάθε ψυχή. Ακόμη της είπε για την ευτυχία, που ευρίσκουν οι ψυχές, που κατορθώνουν να γυρίσουν στον Χριστό, να συνδεθούν μαζί Του και να γίνουν νύμφες Του.

 

Η Αικατερίνη τ' άκουσε όλα αυτά με μεγάλη προσοχή. Το σοφό μυαλό της και η ευαίσθητη καρδιά της δεν άργησαν να κλείσουν μέσα τους την αλήθεια της χριστιανικής Πίστεως. Ζήτησε μάλιστα να βαπτισθή. Μέχρι τότε ήταν αβάπτιστη. Πράγματι ο ασκητής, που είδε την αγάπη της προς τον Χριστό, την εβάπτισε.

 

Χαρούμενη τώρα η Αικατερίνη, πήγε στο μέγαρο και όλη τη νύχτα προσευχότανε στον Χριστό. Τι χαρά ήταν εκείνη! Τι ευτυχία!... Όταν όμως την πήρε ο ύπνος, βλέπει πάλι την Παναγία, με το λαμπερό Θείο Βρέφος. Αλλά αυτή τη φορά, δεν γύρισε το Βρέφος αλλού τα μάτια Του. Αλλά την κοίταζε με γλυκό και γαλήνιο βλέμμα.

 

- Πως, Τον ρώτησε η Παρθένος, Σου φαίνεται τώρα η νέα;

- Τώρα μάλιστα, απάντησε! Τώρα έγινε λαμπερή, ένδοξη, πλούσια και πάνσοφος. Τίποτε από τα παλαιά δεν ευρίσκω επάνω της. Έφυγε το σκοτάδι. Εξαφανίστηκε η ασχήμια της. Χάθηκε η φτώχια και η αμορφωσιά της. Τώρα είναι καλή. Είναι γεμάτη χαρές και αγαθά. Τώρα, μάλιστα, συμφωνώ και αποφασίζω να την μνηστευθώ, για νύμφη Μου άφθορο.

 

Τότε η Αικατερίνη, είδε, πως έπεσε χάμω και πως με δάκρυα Του έλεγε:

- Υπερένδοξε Δέσποτα, δεν είμαι άξια να ιδώ την Βασιλεία Σου. Αλλά αξίωσε με να γίνω μια ταπεινή δούλη Σου.

Εκείνη τη στιγμή βλέπει - στον ύπνο της πάντα - την Παναγία να της πιάνη το δεξί της χέρι και να λέγη:
- Δός της παιδί Μου, το δακτυλίδι, να την νυμφευθής, για να την αξιώσης της Βασιλείας Σου της αιωνίου.

 

Πράγματι! Ο Δεσπότης - Χριστός της έβαλε στο δάκτυλο ένα ωραίο δακτυλίδι και της είπε:


" Ιδού σήμερα σε λαμβάνω για νύμφη Μου άφθορο και αιώνιο. Φύλαξε με ακρίβεια αυτή τη συμφωνία και μη λάβης πλέον άλλον νυμφίον επίγειον".

Με τα λόγια αυτά του Χριστού ξύπνησε η Αγία Αικατερίνη. Κοίταξε το δεξί της χέρι και βλέπει - ώ του θαύματος! - οτι φορούσε το δακτυλίδι, ενώ στη ζωή της ποτέ άλλοτε δεν είχε φορέσει!

 

Πλημμύρισε τότε η καρδιά της από ιερή συγκίνησι και θείο έρωτα. Δόθηκε από τότε ολόψυχα στον Χριστό.

 

Ακούραστη στην υπηρεσία Του

 

Η μεταστροφή της στον Χριστιανισμό έκανε μεγάλη εντύπωση σ' όλους εκεί στην Αλεξάνδρεια. Προσπαθούσε να κάνη πολλές και καλές πράξεις και ν' αρέσει στον Νυμφίο της Χριστό. Σκεφτόταν πάντα τον Χριστόν. Μελετούσε για τον Χριστό. Ζούσε για τον Χριστό. Εργαζόταν ακούραστα για τον Χριστό.

 

Έγινε το υπόδειγμα της Χριστιανής παρθένου. Πονούσε όμως η καρδιά της, όταν έβλεπε, οτι οι άλλες κοπέλλες, αλλά και πολύς κόσμος βρισκότανε στο σκοτάδι της ειδωλολατρίας, χωρίς να γνωρίζει τον Χριστό.

 

Γι' αυτό επιδόθηκε ολόψυχα στη διάδοση της διδασκαλίας του Χριστού. Με την ευγλωττία και το παράδειγμα της, τράβηξε πολλούς συμπολίτες της στην Πίστη του Χριστού και προ παντός διανοούμενους. Εκεί έρριξε τα δίχτυα σαν άλλος Πέτρος: Στις οικογένειες των ευγενών και διανοουμένων, της ανωτέρας λεγομένης τάξεως.

 

Χάριν του Ευαγγελίου δεν λογάριαζε κόπους και κινδύνους. Δούλευε στο ιεραποστολικό της έργο, όχι μόνο στην Αλεξάνδρεια, αλλά και στα γύρω μέρη. Ήταν ακούραστη.

 

 

Ο τύραννος διατάσσει

 

Δεν ήταν όμως εύκολη και ακίνδυνη η εργασία της αυτή. Κατά τους χρόνους εκείνους, που έζησε η Μεγαλομάρτυς Αικατερίνη, ο Χριστιανισμός ευρισκόταν σε συνεχή και ανελέητο διωγμό. Όποιος έλεγε πως πιστεύει στον Χριστό, όποιος έλεγε πως ήταν Χριστιανός, ήτανε σαν να υπέγραφε την θανατική του καταδίκη.

 

Μετά από ανακρίσεις, άρχιζαν τα μαρτύρια. Μαρτύρια δε φοβερά και τρομερά, που τελείωναν πάντοτε με τον θάνατο! Και όμως πάντοτε υπήρχαν μάρτυρες της Πίστεως. Πάντοτε ακουγόταν γενναία η φωνή των μαρτύρων:
" Είμαι Χριστιανός! Πιστεύω στον Χριστό! Είμαι οπαδός του Ναζωραίου! Πεθαίνω για την Πίστι Του!"


Αυτές οι φωνές των μυριάδων μαρτύρων της Χριστιανοσύνης τάραζαν καθημερινά τις ναρκωμένες ψυχές και αδιάφορες καρδιές των ειδωλολατρών. Στα στάδια, στους δημόσιους κήπους, στα ιπποδρόμια, στους δρόμους παντού έβλεπε κανείς Χριστιανικές ζωές, που τελείωναν με το Όνομα του Χριστού στο στόμα.

 

Σκληρός, φοβερός, τρομερός και θηριώδης ο διωγμός. Αλλά δυνατή, φλογερή, ατσαλένια και η Πίστις των Χριστιανών.

 

Ένας από τους Χριστιανομάχους κυβερνήτες ήταν και ο Μαξιμίνος, που ήταν Διοικητής της Αιγύπτου. Αυτός σε ένα και μόνο μήνα εφόνεψε και κατέκαψε ΕΚΑΤΟ ΟΓΔΟΝΤΑ ΧΙΛΙΑΔΕΣ 180.000 Χριστιανούς στην Αίγυπτο μονάχα!

 

 Έζησε στον καιρό της Αγίας Αικατερίνης. Αυτός τιμούσε πολύ τους αναίσθητους ειδωλολατρικούς θεούς. Ήθελε μάλιστα να προσφέρη σ' αυτούς μια εντυπωσιακή θυσία. Γι' αυτό έστειλε γενική διαταγή στις πόλεις και τα χωριά της επικράτειας του, να τρέξουν όλοι στην πρωτεύουσα, την Αλεξάνδρεια, και να προσφέρουν θυσίες.

 

 

Η διαταγή του εκείνη τελείωνε έτσι:

" Όποιος τολμήσει και καταφρονήσει το πρόσταγμά μου και προσκυνήσει άλλο θεό, να ξέρη πως η τιμωρία του θα είναι σκληρή και φοβερή".

Λαός και άρχοντες άρχισαν μετά τη διαταγή αυτή να τρέχουν προς την πρωτεύουσα και να προσφέρουν θυσίες. Άλλοι κουβαλούσαν μαζί τους βόδια, άλλοι πρόβατα, άλλοι γίδια και άλλοι αρνιά. Και οι πιο φτωχοί έσερναν και αυτοί μαζί τους οτι είχαν, έστω και μια κότα.

 

Όταν έφθασε η ημέρα της μεγάλης και συχαμερής εκείνης θυσίας που έμοιαζε σαν ζωοπανήγυρις, πρώτος θυσίασε ο ασεβής τύραννος Μαξιμίνος. Προσέφερε θυσία 130 ταύρους. Ακολούθησαν μετά οι θυσίες των ηγεμόνων και των άλλων αρχόντων. Γέμισε τότε η πόλη από τους καπνούς των καιομένων ζώων. Η μυρωδιά από την κνίσσα ήταν αισθητή από πολύ μακριά. Σύγχυση, φόβος και απελπισία επικρατούσε σ' όλη την πόλη.

 

Η Αικατερίνη ατρόμητη

 

Η Αικατερίνη μόλις είδε τον λαό να τρέχη φοβισμένος και τρομαγμένος, παρά τη θέληση του, για να θυσιάση στα είδωλα, λυπήθηκε κατάκαρδα. Ήξερε πως εκείνη τη στιγμή από φόβο και για να γλυτώσουνε τη σάρκα τους πολλοί προδίνανε την Πίστη τους και χάνανε τη ψυχή τους.

 

Η Αικατερίνη έλαβε τότε την ηρωϊκή απόφαση να συγκρατήση από το αμάρτημα αυτό τους Χριστιανούς. Γι' αυτό περιήρχετο την πόλη και ενεθάρρυνε τους Χριστιανούς και τους έλεγε να μη θυσιάσουν, ούτε να πάνε στις ειδωλολατρικές τελετές.

 

Αλλά και στους ειδωλολάτρες έλεγε, οτι είναι ανόητο να θυσιάζη και να προσφέρη λατρεία ο άνθρωπος ο λογικός στα άψυχα αγάλματα, που είναι πέτρινα και ξύλινα και που δεν έχουν καμμιά δύναμη.

 

- Πιστέψτε, τους έλεγε, στο μόνο Αληθινό Θεό, που δημιούργησε τον Ουρανό και τη γη. Πιστέψτε στον Υιό Του, τον Χριστό, που σταυρώθηκε για μας.

Απο το θάρρος της αυτό έπαιρναν θάρρος οι Χριστιανοί. Απο την ευγλωττία της πολλοί ειδωλολάτρες γυρίζανε στην αληθινή Πίστη του Χριστού.

Η Αικατερίνη προέβλεπε, οτι η Αλεξάνδρεια θα έπλεε, όχι μόνο στο αίμα των ταύρων, αλλά και αυτών των Χριστιανών. Γι' αυτό πήρε μαζί της μερικούς δούλους από το αρχοντικό της και βάδισε με τόλμη προς τον ναόν του Σεράπιδος. Εκεί ήταν ο Μαξιμίνος, που μαζί με άλλους άρχοντες θυσίαζε στους θεούς.


Η Αγία μόλις έφθασε, σταμάτησε στην κεντρική πύλη της εισόδου. Τα βλέμματα όλων καρφώθηκαν επάνω της. Η σωματική και η ψυχική ομορφιά της τους μαγνίτησε. Το πρόσωπο της έλαμπε και τα μάτια της άστραφταν. Από τη θέση εκείνη είπε, οτι θέλει κάτι σοβαρό να πη στον Τοπάρχη.

Ο Μαξιμίνος διέταξε να μπη μέσα στο ναό. Οι φρουροί της κεντρικής πόρτας του ναού παραμέρισαν. Εκείνη προχώρησε, σοβαρή, ωραία και μεγαλοπρεπής καθώς ήταν. Την παρακολουθούσαν όλοι με θαυμασμό. Στάθηκε μπροστά στον Τοπάρχη.

 

Έκανε μια υπόκλιση και έπειτα με τόλμη και θάρρος, σπάνιο για μια γυναίκα εκείνη την εποχή, του είπε με σταθερή φωνή:

" Δεν πρέπει και είναι μεγάλη ντροπή βασιλεύ, να λατρεύετε σαν θεούς, φθαρτά και αναίσθητα είδωλα. Συ τουλάχιστον δεν πιστεύεις τον σοφό σου Διόδωρον; Δεν πιστεύεις όσα λέγει, πως οι θεοί σας ήσαν ανθρώπινα κατασκευάσματα και που τελείωσαν ελεεινά τη ζωή τους; Ο σοφός σου αυτός δεν λέγει, οτι πήρανε το όνομα των αθανάτων, επειδή έκαναν κάποια ηρωική πράξη στη ζωή τους; Και οτι τους έφτιαξαν αγάλματα, για να τους θυμούνται; Και σεις τώρα τους προσκυνάτε σαν θεούς; Τι φρικτό κατάντημα!!... Και άλλος σοφός, ο Πλούταρχος, δεν κοροϊδεύει και περιφρονεί όσους καταδέχονται να σέβονται και λατρεύουν τέτοια αγάλματα;

 

Μην γίνεσαι, λοιπόν, σε βασιλεύ, η αιτία να χαθούνε τόσες ψυχές. Μην τις οδηγείς στο σκοτάδι, γιατί η τιμωρία σου θα είναι φρικτή στην αιώνια Κόλαση.

 

Να ξέρης δε, να ξέρετε και όλοι σας, οτι Ένας είναι ο Αληθινός, ο Αθάνατος Θεός. Είναι Εκείνος, που έγινε για την σωτηρία μας άνθρωπος. Με την δύναμη Του ευτυχούν οι βασιλείς και κυβερνούνται τα κράτη. Ο Θεός αυτός δεν έχει ανάγκη από θυσίες, από καμένες σάρκες ζώων. Ένα μόνο θέλει: Να τηρούμε τον Νόμο Του, να φυλάσσουμε τις Εντολές Του."

 

Μόλις άκουσε αυτά ο Μαξιμίνος τά χασε. Έμεινε για λίγο σκεφτικός και άφωνος. Έπειτα γεμάτος θυμό και μη μπορώντας να την αντιμετωπίση είπε:
- Άσε να τελειώσουμε τη θυσία και τότε ακούμε τα λόγια σου καλύτερα...

Όταν τελείωσε η θυσία, ο Μαξιμίνος γύρισε στο παλάτι του αναστατωμένος και γεμάτος θυμό. Διέταξε δε αμέσως να του παρουσιάσουν μπροστά του την τολμηρή εκείνη νέα. Και όταν την αντίκρυσε, γεμάτος οργή την ρώτησε:


- Δεν μου λές, ποιά είσαι συ και τι ήθελες να πής;

 

- Εγώ του απαντά, είμαι η θυγατέρα του Κωνστάντος, του Τοπάρχου, που ήτανε πριν από σένα. Με λένε Αικατερίνη. Έχω σπουδάσει φιλοσοφία, ρητορική, γεωμετρία, ιατρική και ξένες γλώσσες. Όλα όμως αυτά τα θεωρώ τιποτένια. Ακολουθώ, αντί όλων αυτών, που είναι τόσο μάταια, τον Δεσπότη Χριστό.

 

Ο τύραννος την κοίταξε βουβός και αμίλητος. Το κάλλος της Αικατερίνης ήταν κάτι το ξεχωριστό, κάτι το αλλοιώτικο. Μέσα όμως στην έκπληξη του κάτι θέλησε να της πει για την ομορφιά της. Αλλά η Αγία αμέσως του λέει:
- Εγώ, του είπε, είμαι "γη και στάχτη". Και όμως ο Θεός μου ( οχι οι ψευτικοι θεοί και δαίμονες που τιμάς εσύ) ,  με ετίμησε και μου έδωσε εικόνα αγγελική. Αυτό που πρέπει να θαυμάζεται ο Δημιουργός μου, ο Θεός που έδωσε στην ύλη και στο χώμα τόση αρμονία και χάρη...

 

- Μην λέγεις κακό για τους αθάνατους θεούς μου, είπε τότε ο Μαξιμίνος.

-Διώξε, του λέγει η Αγία, από το μυαλό σου την ομίχλη, για να μπορέσης εύκολα να καταλάβης, δύστυχε, σε ποιά μεγάλη πλάνη βρίσκεσαι. Εύκολα τότε θα μπορέσης να δείς πόσο δυνατός και φανερός είναι ο Θεός των Χριστιανών και πως μπορεί και ντροπιάζει τους ψεύτικους θεούς σας. Πάντως εάν θέλης, μπορώ να σου αποδείξω την Αλήθεια. Είμαι πρόθυμη να το κάνω οποιαδήποτε στιγμή.

 

Ο Μαξιμίνος είδε πως είχε να κάνη με μια σοφή και επιδέξια στο χειρισμό της συζητήσεως νέα. Γι' αυτό απέφυγε να δεχθή την πρόταση της. Φοβήθηκε μήπως ντροπιαστή μπροστά της. Κι αυτό το δικαιολόγησε λέγοντας:


- Δεν επιτρέπεται να συζητή ο Ηγέμονας με γυναίκες. Θα καλέσω όμως τους σοφούς ρήτορας μου και θα νοιώσης την πλάνη σου. Θα γνωρίσης μετά από τη συζήτησι το συμφέρον σου και θα έλθης πάλι στη λατρεία των θεών μας.

 

Δημόσια συζήτηση με 150 σοφούς

 

Ο Μαξιμίνος κατόπιν διέταξε να κρατούν τη μάρτυρα υπό περιορισμό και να την φρουρούν. Έστειλε συγχρόνως επιστολές σε όλους τους σοφούς και ρήτορας των πόλεων της εξουσίας του. Τους έγραφε δε να παρουσιασθούν το συντομώτερο μπροστά του για ν' αποστομώσουν με τη σοφία τους μια σοφή νεα, που παρουσιάσθηκε αυτές τις μέρες και κοροϊδεύει τους θεούς. Να της αποδείξουν, οτι οι πράξεις των θεών δεν είναι παραμύθια, όπως εκείνη υποστηρίζει. Τέλος, τους έγραφε, οτι για τη δουλειά τους θα πάρουν γερή αμοιβή...

 

Εκατόν πενήντα εκλεκτοί σοφοί ρήτορες, ανθρώποι των γραμμάτων και του πνεύματος συγκεντρώθηκαν στο βασιλικό ανάκτορο. Με την παρουσία του ο Μαξιμίνος ανακουφίσθηκε και ζήτησε να συγκεντρωθούν να τους πη δυό λόγια:


- Σας τονίζω, να ετοιμασθήτε καλά. Να σκεφθήτε με ποιό τρόπο και ποιά επιχειρήματα θα την αντιμετωπίσετε. Σκεφθήτε πως έχετε να κάνετε όχι απλώς με μια γυναίκα, αλλά με ένα επιδέξιο σοφό αντίπαλο. Επαναλαμβάνω και σας το ξαναλέω. Προετοιμασθήτε με προσοχή. Εάν νικήσετε θα λάβετε μεγάλα δώρα. Αλλοίμονο σας όμως αν σας νικήση. Σας περιμένει η ντροπή και ο θάνατος.

 

Τότε ένας από τους ρήτορες, ο πιό ξακουστός είπε στον Άρχοντα:
- Και εάν ακόμη πιστεύετε πως ξεπερνάει στην σοφία και αυτόν τον φιλόσοφο Πλάτωνα, σας διαβεβαιώνω πως δεν πρόκειται να τα βγάλει μαζί μας πέρα. Θα της απογυμνώσουμε τις ψεύτικες θεωρίες και θα της τσακίσουμε τον εγωισμό...

 

Ο Μαξιμίνος πλημμύρισε από χαρά, όταν άκουσε τα λόγια αυτά του ρήτορα. Πίστεψε πως ήταν η κατάλληλη στιγμή να ταπεινώση και να ντροπιάση την σοφία και τη ρητορική δύναμη της νέας. Στήριζε μεγάλες ελπίδες γι' αυτό στους σοφούς του ρήτορες.

 

Διέταξε λοιπόν ο Άρχοντας να συγκεντρωθή ο κόσμος στο μεγάλο αμφιθέατρο, όπου επρόκειτο να γίνει η δημόσια συζήτηση της Αγίας Αικατερίνης με τους 150 σοφούς ρήτορες. Έστειλε δε φρουρά να παραλάβη τη νέα από το δεσμωτήριο και να τη φέρη στο αμφιθέατρο.

 

Προτού όμως φθάσουν εκεί οι στρατιώτες, την επισκέφθηκε ο αρχάγγελος Μιχαήλ και της είπε:


" Μη φοβάσαι, κόρη του Κυρίου. Ο Θεός θα προσθέση σοφία στις γνώσεις σου και θα νικήσης τους εκατόν πενήντα σοφούς ρήτορες. Και όχι μόνο αυτοί αλλά και πολλοί άλλοι θα πιστέψουν στο Χριστό και θα πάρουν το στεφάνι του μαρτυρίου για την πίστη τους.

 

Οι απεσταλμένοι φρουροί του διοικητού της Αιγύπτου ωδήγησαν την Αγία στο αμφιθέατρο. Το αμφιθέατρο είχε γεμίσει νωρίς από κόσμο, που περίμενε με αγωνία και περιέργεια ν' ακούση τη συζήτηση και να ιδή το αποτέλεσμα.

Όταν μπήκε στο αμφιθέατρο η Αικατερίνη τα γέλια, οι φωνές, οι συζητήσεις και τα χάχανα σταμάτησαν. Η επιβλητική μορφή της, η χάρη της, η ομορφιά της και η ακτινοβολία της αγίας της ψυχής προκάλεσαν θαυμαστμό και εντύπωση.

 

Η Αικατερίνη προχώρησε προς την εξέδρα εκεί, που την περίμεναν οι 150 σοφοί ρήτορες για ν' αναμετρηθούν  μαζί της.

Εκείνοι μόλις την είδαν ν' ανεβαίνη στην εξέδρα και να στέκεται απέναντι τους με θάρρος, χαμογέλασαν ειρωνικά και άρχισαν να ψιθυρίζουν ο ένας στο αυτί του άλλου...

Τότε ο πιό σοφός, ο πιό ξακουστός ρήτορας πήρε πρώτος το λόγο και της είπε:
- Ωστέ εσύ είσαι, που βρίζεις τους Θεούς μας τόσο αδιάντροπα;

- Εγώ είμαι, του απάντησε, η Αικατερίνη, αλλά δεν έβρισα. Είπα την αλήθεια. Την σοφία μου, είπε η Αικατερίνη, μου την έδωσε ο Θεός μου, ο αληθινός Θεός, ο Θεός των Χριστιανών. Σ' εκείνον χρωστάω την ευγνωμοσύνη μου. Εκείνος είναι η αστείρευτη πηγή της σοφίας. Αυτός είναι το φώς. Κάτω από τη δική του σκιά βασιλεύει η αγάπη και η δικαιοσύνη. Πέστε μου όμως: τι γνώμη έχετε για τους δικούς σας θεούς; Η ζωή τους δεν είναι γεμάτη μίση, έχθρες και ντροπές;

 

- Μεγάλο το λάθος σου, Αικατερίνη. Τους θεούς μας τους ύμνησαν μεγάλοι ποιηταί. Ο ασύγκριτος Όμηρος, " Μέγιστο θεό" ονομάζει τον Δία και " Αθανάτους" τους άλλους. Και ο Οργφεύς ονομάζει τον Απόλλωνα " κραταιό", δυνατό. Τον βλέπει χρυσό, σαν τον ήλιο και φτερωτό...

 

- Μη ξεχνάς όμως, μεγάλε ρήτορα, ότι ο Όμηρος δεν λέει μονάχα αυτά για τον Δία. Σε πολλές περιπτώσεις τον ονομάζει ψεύτη, πανούργο, ραδιουργό και απατεώνα. Βλέπουμε στους ψεύτικους θεούς σου πάθη και μίση φοβερά. Οι θεοί σας, ο Ποσειδών και η Αθηνά αποφασίζουν να συλλάβουν και να δέσουν τη θεά σας Ήρα. Εκείνη όμως το μαθαίνει, κρύβεται και γλυτώνει... Τι σας λένε όλες αυτές οι ιστορίες; Και όταν οι θεοί σας φιλονικούν εσείς τι θα κάνετε; Με ποιανών το μέρος θα πάτε; Πόση ψευτιά και πόση ματαιότητα δεν κρύβουν όλα αυτά;

 

Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο για τον Θεό των Χριστιανών. Δεν συμβαίνει το ίδιο για τον Χριστό, τον οποίον προσκυνώ. Εκείνος κυριαρχεί του ουρανού και της γής, ενώ οι δικοί σας θεοί γονατίζουν στις αδυναμίες και στα πάθη τους.

Η πίστις στο Χριστό είναι Φως και φωτισμός. Είναι μεγάλη δύναμη.

Ο αληθινός αυτός Θεός είναι Θεός αγάπης και συγγνώμης. Είναι Δημιουργός τους κόσμου. Είναι Παντοδύναμος. Από το χάος και το τίποτε έφτιαξε τον κόσμο. Δημιούργησε τη γη, τ' αστέρια και τους πλανήτες. Έπλασε τον άνθρωπο και του έδωσε ζωή και πνοή. Και όταν ο άνθρωπος αγνώμων παρακούει την εντολή Του, τον τιμωρεί σαν καλός Πατέρας, αλλά και φροντίζει να τον κάνει και πάλι άξιο της τιμής του Θεού.

 

Στέλνει στη γη τον μονογενή του Υιό τον Χριστό. Διδάσκει στους ανθρώπους την αλήθεια. Τους βγάζει από τα σκοτάδια και την αβεβαιότητα. Λυτρώνει τους δούλους και χαράζει το δρόμο μιάς καινούργιας ζωής. Και έπειτα για να ξεπλύνη τα αμαρτήματα μας παίρνει στους ώμους του τον Σταυρό του μαρτυρίου.

 

Η Ανάσταση Του λυτρώνει τις καρδιές από το σκοτάδι και το φόβο του θανάτου. Για τους πιστούς καταργήθηκε ο θάνατος. Νικήθηκε. Και ο Άδης νεκρώθηκε και πικράθηκε.

 

Οι οπαδοί Του αυξάνουν. Το θείο κράτος Του μεγαλώνει. Ζωές και νειάτα προσφέρονται θυσία στο Άγιο Όνομα Του.

 

Μυριάδες αναρίθμητες είναι οι εθελοντές Του! Που είναι λοιπόν η πίστη η δική σας για τους θεούς σας; Ποιός από σας έδωσε το αίμα του και τη ζωή του γι' αυτούς; Ποιός δέχεται να θυσιασθή για τον Δία;

 

Για να λυτρωθούν οι ψυχές μας από την πλάνη. Για να γλυτώσουμε από την απιστία, μας άφησε ο Χριστός ανοιχτή την πόρτα. Μας προσκαλεί όλους κοντά του.

 

Ελάτε εδώ μας λέγει. Κουρασμένοι κι απελπισμένοι, λυγισμένοι και τσακισμένοι από την αμαρτία ελάτε κοντά μου. Κι εγώ θα σας αναπαύσω!

Σε καλε΄κι εσένα, άξιε ρήτορα. Εσένα περισσότερο ίσως από πολλούς άλλους. Σε προίκισε με τόσες αρετές και θα χαρή αν τον πλησιάσης. Σε περιμένει με στοργή. Ποτέ δεν είναι αργά...

 

Αυτά και πολλά άλλα είπε η Αικατερίνη.

 

Το πλήθος την κοίταξε με θαυμασμό. Όλη εκείνη την ώρα που μιλούσε είχε καρφωθή το πλήθος στη θέση του. Τα λόγια της είχαν μπει βαθιά στην καρδιά των ανθρώπων.

Αλλά και ο ρήτορας έμεινε άφωνος. Το μυαλό του φωτίστηκε. Συμφωνούσε τώρα πως η Αικατερίνη είχε δίκιο.

 

Το μαρτυρικό τέλος των ρητόρων

 

Ο Μαξιμίνος τρέμοντας από θυμό για την αποτυχία του ξακουστού ρήτορα αλλά περισσότερο για την ξαφνική στροφή του υπέρ του Θεού της Αικατερίνης, διέταξε τότε τους άλλους ρήτορες να την αντιμετωπίσουν.

 

Εκείνοι όμως αρνούνται.

 

Κανένας δεν θέλει να συνεχίση τον αντίλογο. Παραιτούνται ο ένας μετά τον άλλο λέγοντας:


- Ο Καλλίτερος από μας ρήτορας νικήθηκε. Πήγε μάλιστα με το μέρος της. Εμείς πως θα αντισταθούμε στα λόγια της που είναι τόσο αληθινά;

Έξαλλος ο Μαξιμίνος και ντροπιασμένος από τη νίκη της Αικατερίνης, διέταξε ν' ανάψουν φωτιά στο μέσο της πλατείας της Αλεξάνδρειας και να κάψουν τους 150 σοφούς ρήτορες.

 

Η Αικατερίνη τους είπε:

" Είσθε αληθινά μακάριοι και καλότυχοι. Αποχαιρετήσατε το σκοτάδι και ήρθατε στο φώς. Φύγατε από το φθαρτό και πρόσκαιρο βασιλέα και βαδίζεται τώρα προς την αιώνια χαρά και αγαλλίαση. Η φωτιά που σας περιμένει, είναι βάπτισμα και καθαρμός. Είναι η πόρτα που σας οδηγεί στην μακαριότητα, τη γαλήνη και την ευτυχία...

Αφού τους έδωσε θάρρος, σταύρωσε τα μέτωπα τους και τους έστειλε στο μαρτύριο.

 

Εκεί στην πλατεία της πόλεως, που η φωτιά έκαιγε με φλόγες ψηλές, οι στρατιώτες πέταξαν τους ρήτορες στ' αναμένα ξύλα, ενω ο Μαξιμίνος έτριβε ο βάρβαρος ευχαριστημένος τα χέρια του.

 

Αργά το βράδυ, πήγαν μερικοί ευσεβείς χριστιανοί να μαζέψουν τα λείψανα τους και είδαν γεμάτοι έκπληξη, οτι τα σώματα των ρητόρων ήταν νεκρά αλλά ανέπαφα. Ούτε τρίχα δεν είχε καή.

 

Πήραν λοιπόν οι χριστιανοί τα λείψανα τους και τα έθαψαν, θαυμάζοντας τη δύναμη του Κυρίου.

 

Τη μνήμη των σοφών αυτών μαρτύρων η Εκκλησία μας τιμά και εορτάζει την 17η Νοεμβερίου.

 

Ο ελιγμός του Άρχοντα

 

 Όταν είδε ο Μαξιμίνος, οτι έχασε στην πρώτη τακτική. Άρχισε να κολακεύη και να την καλοπιάνη:


- Άκουσε με Αικατερίνη. Σε συμβουλεύω σαν πατέρας σου. Άσε το πείσμα σου και προσκύνησε τους θεούς. Σου ορκίζομαι στ' όνομα τους, οτι θα σου δώσω το μισό βασίλειο μου. Θα κατοικείς μαζί μου στα παλάτια...

Η νεαρά μάρτυς του Κυρίου, που κατάλαβε τα πανούργα σχέδια του Μαξιμίνου, του είπε:
- Βγάλε τη μάσκα της πονηρίας και της ψευτιάς, άρχοντα. Εγώ σου είπα από την αρχή, οτι είμαι Χριστιανή και ήρθα εδώ να νυμφευθώ τον Χριστόν. Αυτόν εγω έχω μοναδικό Νυμρφίο, κηδεμόνα και σύμβολο στη ζωή μου. Εκείνον έχω στολή και οχυρό στην παρθενική μου ζωή. Ποθώ το μαρτύριο ασύγκριτα περισσότερο από την πιό μεγάλη δόξα και ταπό τα στέμματα και τα στεφάνια τα βασιλικά...

 

- Μη με κάνη να σε βρίσω, παρά τη θέληση μου ενώ αναγνωρίζω την αξία σου! Είπε τότε ο άρχοντας.

 

Και γεμάτος οργή διέταξε να της βγάλουν την βασιλική πορφύρα και ν' αρχίσουν να την δέρνουν με νεύρα βοδιών αλύπητα.

 

Επί δύο ώρες την κτυπούσαν με τα μαστίγια βάρβαρα. Το ωραίο της, άλλοτε, σώμα, γέμισε πληγές. Το αίμα έτρεχε από παντού άφθονο. Οι ανοιχτές πληγές πονούσαν φοβερά. Η μάρτυς όμως στεκόταν γενναία και αλύγιστη. Τα μάτια της κοίταζαν ψηλά. Η ψυχή της ήθελε να ενωθή με τον Χριστό, αλλά  η ώρα εκείνη δεν είχε φθάση ακόμη... Το απόγευμα διέταξε ο Μαξιμίνος να τη φυλακίσουν και να μη της δώσουν φαγητό επί δώδεκα ημέρες. Εώς τότε θα απεφάσιζε πως θα την εθανάτωνε.

 

Η σύζυγος του μιαρού εκείνου άρχοντα ήταν καλού χαρακτήρος, γυναίκα και πονόψυχος. Πολύ στεναχωρήθηκε, όταν έμαθε για τα μαρτύρια της Αικατερίνης. Και μέσα στην καρδιά της φούντωσε η συμπάθεια και η αγάπη γι' αυτήν. Κυριολεκτικώς την θαύμαζε και ήθελε να την ιδή.

Ο Πορφυρίων ο στρατοπεδάρχης που είδε τον πόθο της κυρίας του, της είπε:
- Εγώ θα εκπληρώσω την επιθυμία σας.

 

Η Αυγούστα επισκέπτεται την Αγία

 

Μιά νύχτα λοιπόν που ο Μαξιμίνος απουσίαζε σε ταξίδι, πήρε ο Πορφυρίων διακόσιους στρατιώτες και έχοντας κοντά του την Αυγούστα έφθασε στο δεσμωτήριο. Εκεί πλήρωσε τον δεσμοφύλακα και αυτός άνοιξε την πόρτα την φυλακής. Τότε η αυτοκράτειρα προχώρησε με συγκίνηση, με λαχτάρα...

 

Μέσα από το μισοσκόταδο ξεχύθηκε μια υγρασία και ένα κρύο φοβερό. Η φυλακή ήταν απάνθρωπη. Στο βάθος είδε ένα φωτεινό πρόσωπο. Ήταν η Αγία Αικατερίνη. Το πρόσωπο της έλαμπε από παράδοξη θεία λάμψη. Θαύμασε η Αυγούστα την ομορφιά της. Τα έχασε όταν είδε τέτοια νειάτα και τέτοια κάλλη. Έπεσε στα πόδια της και με δάκρυα της είπε:

 

- Τώρα είμαι ευτυχύς, διότι είδα και απόλαυσα το βασιλικό σου πρόσωπο, το οποίο τόσο πολύ διψούσα. Είδα από τα μάτια σου την όμορφη ανατολή του ήλιου και ευφράνθηκε η καρδιά μου. Είσαι μακαρία διότι από τέτοιο Δεσπότη πήρες τα χαρίσματα...

 

Και η Αγία της αποκρίθηκε:

- Ευτυχισμένη και ζηλευτή είσαι κι εσύ Βασίλισσα Αυγούστα. Στεφάνι λαμπρό βλέπω να βάζουν στο κεφάλι σου άγιοι άγγελοι. Και αλήθεια το στεφάνι αυτό θα το πάρης σε τρείς μέρες. Θα υποφέρης, θα μαρτυρήσης για λίγο, αλλά έπειτα θα πας στον ουράνιο Βασιλέα και θα ζής στην αιώνια ευτυχία.

 

Η Αυγούστα φοβισμένη απάντησε:


- Φοβούμαι τα βασανιστήρια και τον άνδρα μου τον Μαξιμίνο, διότι είναι πολύ σκληρός και απάνθρωπος.

 

Αλλά η Αγία την ενθαρρύνει και της λέγει:


- Έχε θάρρος, διότι στην καρδιά σου θα βρίσκεται ο Χριστός, που θα σου δίνει δύναμη και θάρρος.

 

Κι ενώ έτσι έδινε θάρρος η Αγία στην Αυγούστα, ο Πορφυρίον ττην ρώτησε:
- Πες μου Αικατερίνη, είναι αλήθεια πως ο Θεός σου χαρίζει στους πιστούς του την αιώνια ζωή και την σωτηρία;

 

- Δεν μπορή η ανθρώπινη γλώσσα να αριθμήση τα αγαθά που μας χαρίζει και μας προετοιμάζει ο πανάγαθος Θεός, Πορφυρίονα.

 

- Σε ρωτάω, Αικατερίνη, διότι μια άγνωστη δύναμη με φέρνει κοντά στη πίστι σου. Μέρες τώρα σκεύτομαι τον ηρωισμό των Χριστιανών και πάνω στις σκέψεις μου αυτές έρχεται το δικό σου παράδειγμα, που διώχνει τους δισταγμούς μου... Δεν στο κρύβω πλέον. Είμαι κι εγώ ένας από τους οπαδούς του Χριστού. Έγινα τώρα...

 

Οι στρατιώτες του Πορφυρίωνα, που είναι συγκεντωμένοι στους διαδρόμους της φυλακής, μέσα στην αγκαλιά της νύκτας, ακούνε τα λόγια του αξιωματικού τους, χωρίς απορία. Και στις δικές τους καρδιές υπάρχει η ίδια σκέψη. Να πιστέψουν σε κάποιον, που υπόσχεται αγάπη κι όχι να υπηρετούν ένα άρχοντα, που βάφει στο αίμα τον τόπο...

 

Έτσι φυλακισμένη και σε σκληρή απομόνωση έμεινε η Αγία δώδεκα περίπου μέρες. Όλο αυτό το χρονικό διάστημα σύμφωνα με διαταγή του Μαξιμίνου, είχε αυστηρά απαγορευθή να της δίνουν τροφή. Με αυτό τον τρόπο υπελόγιζε ο άρχοντας εκείνος να λυγίση ή να εξοντώση την Αικατερίνη.

 

Ο Θεός όμως, που βρέχει επι δικαίους και αδίκους, δεν ήταν δυνατό να αφήση τη δούλη του απροστάτευτη. Όλες εκείνες τις ημέρες της πήγαινε τροφή ένα περιστέρι.

 

Και όχι μόνο αυτό αλλά άκουσε η Αγία και μια φωνή θεία, που την ενεθάρρυνε λέγοντας:


" Μη δειλιάσης, μη φοβηθής, αγαπημένη μου Θυγατέρα. Εγώ θα είμαι μαζί σου. Με την υπομονή σου πολούς θα γυρίσης στο δρόμο μου και πολλούς θα κάνης να πεθάνουν για τ' όνομα μου. Και συ θ' αξιωθής πολλά στεφάνια δόξας Ουρανίας.

 

Πάλι μπροστά στον Μαξιμίνο

 

Μετά τις δώδεκα ημέρες, ο Μαξιμίνος διέταξε να φέρουν μπροστά του την Αγία. Εκείνη σιδεροδέσμια, αλλά υπερήφανα και καρτερικά, προχωρεί μέσα στο ανάκτορο. Η ωραιότητα της είναι κάτι το απερίγραπτο. Η χάρη της συναρπάζει. Το παρουσιαστικό της γεμίζει θεία γαλήνη όποιον την κοιτάζει.

 

Ο Μαξιμίνος την βλέπει όλη φρεσκάδα και λάμψη. Ούτε έχει αδυνατίσει από την πείνα. Ούτε έχει ασχημίσει από τη φυλακή. Γίνεται λοιπόν έξω φρενών, διότι πιστεύει, ότι κάποιος της έδινε κρυφά τροφή. Είναι έτοιμος να κακοποιήση τους φύλακες.Τότε η Αγία του λέγει:


- Άδικα εκνευρίζεσαι και ταράζεσαι. Άδικα υποπτεύεσαι. Κανένας δικός σου δεν μου έδωσε τροφή. Φρόντισε για μένα ο Κύριος μου, ο Χριστός!

Τότε ο Μαξιμίνος προσπάθησε να συγκρατηθή. Έκανε δε μια τελευταία προσπάθεια να κερδίση την Αικατερίνη. Της μίλησε με γλυκό τρόπο. Άρχισε να την κολακεύη ύπουλα.


- Ηλιόμορφη κόρη, της είπε, συ που ξεπερνάς και τη θεά Αφροδίτη στην ομορφιά,  σου ανήκει το βασίλειο μου... Έλα λοιπον και θυσίασε στους θεούς και θα σε κάνω βασίλισσα. Θα περνάς κοντά μου ευτυχισμένες μέρες. Είναι άδικο, είναι κρίμα να πέσης στα φρικτά μαρτύρια.

 

- Όχι Μαξιμίνε, εγώ διάλεξα πλέον τον Άρχοντα της ζωής μου. Όσο για την ομορφιά, δεν με νοιάζει. Ξέρω πολύ καλά, οτι περνά και σβήνει. Είναι σαν το λουλούδι...

Και πάνω στην στιγμή της αμηχανίας και της οργής του Μαξιμίνου, αλλά και της προσβολής από τα λόγια της Αικατερίνης, μπήκε μέσα στο δωμάτιο του ένας, πονηρός, νευρικός και πανούργος έπαρχος, ονομαζόμενος Χουρσασαδέν. Εκείνος θέλοντας να δείξη στον Μαξιμίνο αγάπη και ν' αποκτήση εύνοια, του είπε:


- Άρχοντα, εγώ βρήκα ένα τρόπο, με τον οποίο θα μπορέσης ή να νικήσης την κόρη ή να πεθάνη με φρικτούς πόνους. Διέταξε να κάνουν τέσσερις ξύλινους τροχούς σε μια περόνη και να κολλήσουν γύρω τους ξυράφια και βελόνια. Ανάμεσα στους τροχούς αυτούς βάλτε την Αικατερίνη και αρχίστε να γυρίζετε τους τροχούς. Δείξτε της πρώτα το μηχάνημα και εάν δήτε πως δεν φοβηθή, βάλτε την επάνω. Καθώς θα γυρίζουν οι τροχοί θα σχίζονται οι σάρκες της και ο θάνατος της θα είναι φρικτός και τρομερός.

 

Η σατανική σκέψη του επάρχου άρεσε πολύ στον Μαξιμίνο. Γι' αυτό διέταξε αμέσως να του το κατασκευάσουν. Τρείς ολόκληρες μέρες δούλευαν οι τεχνίτες, για να τελειώσουν το κατασκεύασμα εκείνο του μαρτυρίου. Και όταν το είχαν τελειοποιήσει και το είχαν βάλει στη θέση του, ο άρχων εκείνος το έδειξα για εκφοβισμό στην Αγία και της είπε:


- Το βλέπεις το μηχάνημα; Βλέπεις πως στριφογυρίζουν με τους τροχούς τα ξυράφια και τα βελόνια; Πρόσεξε! Ο θάνατος σε περιμένει με ανοιχτό στόμα, εάν δεν προσκυνήσης τα είδωλα.

 

Η πίστη όμως της Αγίας δεν λυγίζει. Η απόφαση δεν αλλάζει. Και τότε ο Μαξιμίνος αγριεμένος φωνάζει:


- Πετάξτε την στους τροχούς και κινήστε τους με γρηγοράδα. Πρέπει να πεθάνη αυτή τη στιγμή. Τώρα αμέσως...

 

Την πέταξαν, λοιπόν, την Αγία στους τροχούς και όλοι περίμεναν να ιδούν τις σάρκες της να τεμαχίζωνται και το αίμα να τρέχη άφθονο. Αντί αυτού όμως, την είδαν να ξεφεύγη από τους τροχούς και να λύνεται από τα δεσμά της θαυματουργικά. Οι δε ρόδες των τροχών ανατινάχτηκαν στον αέρα και σκότωσαν τους δήμιους που ήταν γύρω. Πουθενά δεν φαίνοταν ξυραφιές στο σώμα της. Από το κορμί της δεν έβγαινε ούτε σταγόνα αίματος. Όλοι τριγύρω, όταν είδαν εκείνο το γεγονός, τα έχασαν. Πολλοί δε έλεγαν:
" Μέγας ο Θεός των Χριστιανών "!

 

Το μαρτύριο της Αυγούστας

 

Όταν έμαθε η Αυγούστα την ενέργεια του ανδρός της Μαξιμίνου εναντίον της Μάρτυρος, βγήκε από τον κοιτώνα της και του έκανε φοβερή σκηνή.
- Μα μωρός και ανόητος είσαι, με το να θέλης να τα βάζης εναντίον του Αληθινού Θεού και να βασανίζης τη δούλη του άδικα;

 

Σαν άκουσε αυτά τα λόγια ο Μαξιμίνος, από το στόμα της γυναίκας του Αυγούστας, τα έχασε. Κατάλαβε πως ο Χριστός, που τόσο Τον κυνηγούσε, είχε μπεί και στην οικογένεια του. Έγινε τότε θηρίο ασυγκράτητο. Άφησε για λίγο την Αικατερίνη κι έστρεψε όλο το μίσος του εναντίον της γυναίκας του. Διατάζει με θηριωδία να κόψουν τους μαστούς της. Καμμιά λύπη δεν ένοιωθε στην ψυχρή και βάρβαρη ψυχή του. Και το αίμα της γυναίκας του άφθονο πότιζε τη γή.

 

Τελικώς αποκεφαλίσθη η Αυγούστα και η ψυχή της με το μαρτύριο ανέβηκε ολόλευκη στους ουρανούς.

 

Η Εκκλησία μας εορτάζει τη μνήμη της στις 23 Νοεμβρίου. Ο στρατηλάτης όμως Πορφυρίων πήγε κρυφά τη νύχτα με στρατιώτες του κι έθαψε το τίμιο λείψανο της.

 

Και για την ταφή της γυναίκας του ωργίσθηκε ο μιαρός εκείνος άρχοντας Μαξιμίνος. Με επιμονή ζητούσε να βρή τους υπεύθυνους. Και επειδή δεν μπορούσε, άρπαξε τυχαία μερικούς, για να τους τιμωρήση.

 

Τότε παρουσιάσθηκε ο Πορφυρίων, με τους στρατιώτες, που έθαψαν την Αυγούστα και είπε:
- Κι εμείς χριστιανοί είμαστε! Πιστοί Εκείνου. Δικοί του δούλοι! Δούλοι του Χριστού.

Ο Μαξιμίνος γίνεται έξω φρενών. Κτυπάει το κεφάλι του με τις παλάμες απελπισμένα.
- Πάει, λέει. Χάθηκα! Έχασα τον καλύτερο στρατηγό μου...

Μανιασμένος ο Μαξιμίνος, μετά από αυτό το νέο χτύπημα, δεν μπορεί πλέον να μιλήση. Δεν ζητά εξηγήσεις. Κοιτάζει τον Πορφυρίωνα και τους στρατιώτες σταν απελπισμένο θηρίο και διατάζει:
- Αποκεφαλίστε τους!

Η διαταγή εκτελείται αμέσως. Και έτσι μπαίνουν κι αυτοί στην εκλεκτή μερίδα των πιστών. Στους μάρτυρες.

 

Η μνήμη τους εορτάζεται στις 24 Νοεμβρίου.

 

Το άγιο τέλος της Αικατερίνης

 

Την άλλη μέρα πήγαν οι φρουροί την Αικατερίνη και πάλι ενώπιον του Μαξιμίνου.Κάνει μια ύστατη προσπάθεια να την καταφέρη. Της υπόσχεται να την παντρευθή και να την κάνει νόμιμη σύζυγο, αρκεί να θυσιάση στους θεούς. Της υπόσχεται δόξες και τιμές. Την παρακαλεί επίμονα.Έπειτα επειδή βλέπει, οτι έτσι δεν πετυχαίνει το σχέδιο του, τη βρίζει, τη φοβερίζη και την απειλεί με βασανιστήρια.

 

 

Παρ' όλα αυτά όμως χάνει το παιγνίδι του. Απελπισμένος και απογοητευμένος διατάζει να την αποκεφαλίσουν στη πλατεία της πόλεως.

Όταν έφτασε η μέρα και η ώρα της εκτελέσεως της μάρτυρος, πλήθος αναριθμητο περίμενε να ιδή το στερνό δύσκολο δρόμο της. Οι Χριστιανοί έκλαιγαν. Οι ειδωλολάτρες της έλεγαν, πως ήταν κρίμα να φύγη πάνω στα νειάτα της, σαν δροσάτο λουλούδι, από τη ζωή, και πως έπρεπε γι' αυτό να υπακούση στον Μαξιμίνο.

 

Εκείνη όμως ατάραχη απαντούσε:


- Μη με λυπάσθε! Βαδίζω προς τον δρόμο της αιωνίας άνοιξης. Με περιμένουν τοα κάλλη του ουρανού, η ευτυχία του Παραδείσου

Όταν έφθασε στην πλατεία, κι ενώ δίπλα της έστεκε με το ξίφος ο δήμιος, σήκωσε πάλι τα μάτια της στον ουρανό κι ευχαρίστησε τον Χριστό. Παρακάλεσε δε στη προσευχή της, όπως το σώμα της, μετά το μαρτύριο να γίνη αθέατο και φυλαχθή σώο και ακέραιο. Και όποιος στο ψυχορράγημα του την επικαλεσθή να μπορή να τον βοηθήση.

 

Έπειτα έκανε νεύμα στον δήμιο να εκτελέση την διαταγή. Ένα αστραφτερό ξίφος υψώθηκε τότε, κατέβηκε με δύναμη και έκοψε την τίμια κεφαλή της Αγία Αικατερίνης. Ήταν 25 Νοεμβρίου 307 μ. Χ.

 

Όπως αναφέρουν οι συναξαριστές δύο θαύματα έγιναν κατά την ώρα της αποκεφαλίσεως της. Το πρώτο είναι, οτι αντί για αίμα έτρεξε κατά την αποκεφάλιση της από τον λαιμό της γάλα και το δεύτερο, οτι το σώμα της εξαφανίστηκε μπροστά από τα μάτια του κόσμου, που παρακολουθούσε το τέλος της. Οι άγγελοι το μετέφεραν στη κορυφή του όρους Σινά, η οποία από τότε ονομάζεται ¨ κορυφή της Αγίας Αικατερίνης ". Εκεί σώζεται ακόμη σήμερα το λιθόκτιστο εκκλησάκι.

 

Απο το εκκλησάκι αυτό τον 8ον αιώνα μετέφεραν τα λείψανα της στην Ι. Μονή Αγίας Αικατερίνης του όρους Σινά, την οποία είχε κτίσει ο Ιουστινιανός. Εκεί φυλάσσονται ακόμη τα λείψανα της Αγίας. Επάνω στον τάφο της καίουν 9 ολόχρυσες κανδήλες.

 

Το Μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης στην Αίγινα

 

Στην Αίγινα υπάρχει Μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης, κοντά στο μοναστήρι του Αγίου Νεκταρίου. Υπήρχε εκεί ένα εκκλησάκι της Αγίας Αικατερίνης και θαυματουργικά βρέθηκε η εικόνα της.

 

Δυστυχώς το εκκλησάκι αυτό το είχε ένας πολύ βλάσφημος. Το 1908 το αγόρασαν δυο καλογριές. Ο Άγιος Νεκτάριος τότε ευχαριστήθηκε πολύ. Ευχαρίστησε το Θεό που απαλλαχθήκανε από τον βλάσφημο και είπε:
- Αυτό θα γίνη Μοναστήρι καλλίτερο από το δικό μας!

Και πράγματι μέχρι σήμερα είναι ομορφότερο και καλλίτερο από το Μοναστήρι του Αγίου Νεκταρίου.

Όταν αγοράσθηκε το κτήμα εκείνο, δεν είχε νερό. Σκάψανε τριάντα μέτρα και νερό δεν βρισκόταν. Τότε ένας Αγιορείτης Ιερομόναχος, έκανε παράκληση στην Αγία με τις μοναχές. Κατέβασε κατόπιν μέσα στο ξεροπήγαδο την εικόνα, λιβάνισε και είπε με την αθώα πίστη του:
- Εάν Αγία μου Αικατερίνη δεν μας βγάλεις νεράκι, δεν θα σε βγάλουμε απ' εδω μέσα!!

Την νύχτα που προσεύχονταν οι καλογριές, ακούσθηκε θόρυβος και παράξενος κρότος, το δε μικρό μοναστηράκι σείστηκε από τα θεμέλια του.
- Θύμωσε, είπαν, η Αγία και θα μας καταστρέψη, γιατί την αφήσαμε μέσα στα χώματα.

Το πρωί κατέβηκε ο Ιερομόναχος να βγάλη την εικόνα. Βλέπη όμως στα τοιχώματα του ξεροπήγαδου χαραγμένο ένα Σταυρό. Και είδε πως ο Σταυρός εκείνος ήταν βρεγμένος στο κάτω μέρος.

Σηκώνει την εικώνα και φωνάζει στις καλογριές για το χαρμόσυνο γεγονός. Το πηγάδι έβγαλε νερό...

Ε, λοιπόν, από τότε, το 1924. το νερό του πηγαδιού υπάρχει και αρκετό μάλιστα, ώστε να ικανοποιή τις ανάγκες του Μοναστηριού.

Πολλά θαύματα της Αγίας έχουν γίνει στο Μοναστήρι αυτό και είναι γραμμένα σε ειδικό βιβλίο. Και μόνο σ' αυτό; Άπειρα είναι τα θαύματα, που έχει κάνει η Αγία στα τόσα Μοναστήρια και τους ναούς της, που υπάρχουν στα διάφορα μέρη της γής. Τις ευχές της να έχουμε.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὴν πανεύφημον νύμφην Χριστοῦ ὑμνήσωμεν, Αἰκατερίναν τὴν θείαν καὶ πολιοῦχον Σινᾶ, τὴν βοήθειαν ἡμῶν καὶ ἀντίληψιν· ὅτι ἐφίμωσε λαμπρῶς, τοὺς κομψοὺς τῶν ἀσεβῶν, τοῦ Πνεύματος τῇ δυνάμει, καὶ νῦν ὡς Μάρτυς στεφθεῖσα, αἰτεῖται πᾶσι τὸ μέγα ἔλεος.

Πηγή: http://orthodox-world.pblogs.gr/



† Τα Εισόδια της Υπεραγίας Θεοτόκου (21 Νοεμβρίου)

Στις 21 Νοεμβρίου η Εκκλησία μας γιορτάζει τα εισόδια της Θεοτόκου.
Σύμφωνα με την παράδοση της Εκκλησίας η «θεόπαις» Μαριάμ, του Ιωακείμ και της Άννας, σε ηλικία τριών ετών οδηγήθηκε στον αρχιερέα Ζαχαρία και αφιερώθηκε στο Θεό, όπως είχαν υποσχεθεί στην ατεκνία τους.

Η μικρή Μαρία έμεινε στα Άγια των Αγίων με θεία φώτιση του αρχιερέα Ζαχαρία δώδεκα περίπου χρόνια. Εκεί εισερχόταν μόνο ο αρχιερέας και μάλιστα μία μόνο φορά το χρόνο, η ιερή παράδοση της Εκκλησίας μας αναφέρει ότι η μικρή Μαρία τρεφόταν με τρόπο παράδοξο από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ με τροφή ουράνια. Η είσοδος της Παναγίας στο ναό και τα συνακόλουθα θαυμαστά γεγονότα αποτελούν το προοίμιο της πραγματοποίησης του κοσμοσωτήριου έργου της θείας οικονομίας.

Όπως μας λέει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός «Είτα εν τω οίκω Θεού φυτευθείσα τε και πιανθείσα τω Πνεύματι, ωσεί ελαία κατάκαρπος, πάσης αρετής καταγώγιον γέγονε, πάσης βιωτικής και σαρκικής επιθυμίας τον νουν αποστήσασα και ούτω παρθένον την ψυχήν συντηρήσασα συν τω σώματι, ως έπρεπε τον Θεόν εγκόλπιον υποδέχεσθαι μέλλουσαν, άγιος γαρ ων, εν αγίοις αναπαύεται, ούτω τοίνυν αγιωσύνην μετέρχεται και ναός άγιος και θαυμαστός του υψίστου Θεού αναδείκνυται άξιος» (εκδ. Ορθ. Πίστ. 4, 14).

Με την προετοιμασία της στο ναό του Θεού θα γίνει αργότερα ο ναός του Σώματος του Υιού της. Τρέφεται με ουράνιο άρτο, γιατί θα γεννήσει τον Άρτο της ζωής. Ωραιότατα παρουσιάζει τους συμβολισμούς αυτούς το γ’ στιχηρό των αίνων του όρθρου «Επουρανίω τραφείσα παρθένε άρτω πιστώς εν τω Ναώ Κυρίου, απεκύησας ζωής άρτον τον Λόγον, ου ως ναός εκλεκτός και πανάμωμος προεμνηστεύθης τω πνεύματι μυστηκώς, νυμφευθείσα τω Θεώ και Πατρί».

Απολυτίκιο
Ἦχος δ’.
Σήμερον της ευδοκίας Θεού το προοίμιον και της των ανθρώπων σωτηρίας η προκήρυξις. εν Ναώ του Θεού τρανώς η Παρθένος δείκνυται και τον Χριστόν τοις πάσι προκαταγγέλεται. Αυτή και ημείς μεγαλοφώνως βοήσωμεν. χαίρε της οικονομίας του Κτίστου η εκπλήρωσις. 

Πηγή: http://www.enoriaka.gr/



† Ο Άγιος Ματθαίος ο Απόστολος και Ευαγγελιστής (16 Νοεμβρίου)


Ὁ Ἀπόστολος καὶ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος καταγόταν ἀπὸ τὴν Γαλιλαία. Προτοῦ γίνει μαθητὴς τοῦ Κυρίου ἀσκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ τελώνη καὶ ὀνομαζόταν Λευΐ.

Μία μέρα καὶ ἐνῶ καθόταν στὸ τελωνεῖο του, ἔξω ἀπὸ τὴν Καπερναοῦμ, τὸν πλησίασε ὁ Ἰησοῦς καὶ τοῦ ζήτησε νὰ τὸν ἀκολουθήσει. Ὁ Ματθαῖος ὑπάκουσε καὶ δέχθηκε τὸν Κύριο στὴν οἰκία του, ὅπου παρέθεσε γεῦμα σὲ Αὐτὸν καθὼς καὶ σὲ πολλοὺς τελῶνες, μὲ τοὺς ὁποίους ὁ Ἰησοῦς συζήτησε καὶ συνέφαγε, ἐνέργεια γιὰ τὴν ὁποία κατηγορήθηκε ἀπὸ κάποιους Φαρισαίους. Ὅταν ὁ Κύριος πληροφορήθηκε τὶς κατηγορίες ἀπάντησε ὡς ἑξῆς: «Δὲν ἦρθα γιὰ νὰ καλέσω τοὺς δικαίους, ἀλλὰ τοὺς ἁμαρτωλοὺς σὲ μετάνοια».

Ἔκτοτε ὁ Ματθαῖος ὑπῆρξε μαθητὴς καὶ Ἀπόστολος τοῦ Κυρίου. Ἔπειτα ἀπὸ τὴν ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὁ Ματθαῖος ἀνέλαβε νὰ κηρύξει τὸν λόγο τοῦ Κυρίου στοὺς Πάρθους καὶ στοὺς Μήδους. Κατὰ τὴν ἐκτέλεση τοῦ ἱεραποστολικοῦ ἔργου, ὁ Ματθαῖος, ἐπιτέλεσε πλῆθος θαυμάτων.
Ὡς εὐαγγελιστὴς ἔχει σύμβολο ἕναν φτερωτὸ ἄνθρωπο. Στὸ ἀνεκτίμητης ἀξίας ἔργο του περιλαμβάνεται καὶ ἡ συγγραφὴ τοῦ πρώτου Εὐαγγελίου τῆς Καινῆς Διαθήκης.

Ἀπολυτίκιον.

Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Θείας ἤκουσας, φωνῆς τοῦ Λόγου, καὶ τῆς πίστεως, τὸ φῶς ἐδέξω, καταλείψας τελωνείου τὸν σύνδεσμον· ὅθεν Χριστοῦ τὴν ἀπόρρητον κένωσιν, εὐηγγελίσω Ματθαῖε Ἀπόστολε. Καὶ νῦν πρέσβευε, δοθῆναι τοῖς σὲ γεραίρουσι, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος γ’.

Ἀπόστολε Ἅγιε, καὶ Εὐαγγελιστὰ Ματθαῖε, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Πηγή: http://www.xristianos.gr/

† Ο Άγιος Φίλιππος ο Απόστολος (14 Νοεμβρίου)


Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα

Ο Απόστολος Φίλιππος ανήκε στον χορό των δώδεκα Αποστόλων και καταγόταν από την Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας. Ήταν, δηλαδή, συμπολίτης των αυταδέλφων Αποστόλων Ανδρέα και Πέτρου. Όταν τον κάλεσε ο Χριστός στο αποστολικό αξίωμα όχι μόνον ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα, αλλά έσπευσε γεμάτος χαρά και ενθουσιασμό να αναγγείλη το χαρμόσυνο γεγονός και στον φίλο του Ναθαναήλ, λέγοντάς του ότι «ευρήκαμεν Ιησούν».

Όταν ο Χριστός μιλούσε στους μαθητές Του, λίγο πριν από το πάθος Του, και τους έδινε τις τελευταίες συμβουλές και παρακαταθήκες, ο Απόστολος Φίλιππος του ζήτησε να τους δείξη τον Θεόν Πατέρα: «Κύριε δείξον ημίν τον Πατέρα και αρκεί ημίν». Τότε ο Χριστός τον ερώτησε: «Τόσον χρόνον είμαι μαζί σας, και δεν με εγνώρισες Φίλιππε;». Και στην συνέχεια του είπε τους αποκαλυπτικούς εκείνους λόγους: «Εκείνος που έχει δη εμένα, έχει δη και τον Πατέρα• και πως εσύ λέγεις, “δείξε μας τον Πατέρα”; Δεν πιστεύεις ότι εγώ είμαι εν τω Πατρί και ο Πατέρας είναι εν εμοί; Τα λόγια που σας λέγω, δεν τα λέγω από τον εαυτό μου αλλ’ ο Πατέρας που μένει εν εμοί αυτός κάνει τα έργα. Πιστεύετέ με ότι εγώ είμαι εν τω Πατρί και ο Πατέρας είναι εν εμοί• αλλοιώς ένεκα αυτών των έργων πιστεύετέ με».

Το όνομα του Αποστόλου Φιλίππου αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη και σε άλλες περιπτώσεις, όπως π.χ. στο περιστατικό με τους Έλληνες που ανέβηκαν για να προκυνήσουν στα Ιεροσόλυμα. Στο σημείο αυτό αξίζει, ίσως, να σημειωθή ότι, κατά τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας, οι Έλληνες αυτοί δεν ήσαν ειδωλολάτρες. Γι’ αυτό άλλωστε ανέβηκαν στα Ιεροσόλυμα να προσκυνήσουν, αλλά δεν ήσαν και περιτετμημένοι. Ήσαν μονοθεϊστές και τηρούσαν κάποιες ηθικές διατάξεις του ιουδαϊκού νόμου, οι οποίες συμφωνούσαν με τον έμφυτο φυσικό νόμο.

Ο Απόστολος Φίλιππος κήρυξε το Ευαγγέλιο στην Μικρά Ασία και είχε ως ακολούθους και βοηθούς τον Απόστολο Βαρθολομαίο και την κατά σάρκα αδελφή του Μαριάμνη. Ετελειώθη με μαρτυρικό θάνατο στην Ιεράπολη της Συρίας. Συνελήφθη από τους ειδωλολάτρες, βασανίσθηκε σκληρά και καρφώθηκε πάνω σε ξύλο και ενώ προσευχόταν παρέδωκε την ψυχή του στα χέρια του ζώντος Θεού. Ο βίος και η πολιτεία του μας δίνουν την αφορμή να τονίσουμε τα ακόλουθα:

Ο Χριστός, όπως είδαμε πιο πάνω, ερώτησε τον Απόστολο Φίλιππο: «Τόσον χρόνον είμαι μαζί σας, και δεν με εγνώρισες Φίλιππε;». Είναι προφανές ότι ο Χριστός αναφερόταν στην υπαρξιακή και οντολογική γνώση, η οποία είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος. Οι μαθητές του Χριστού απέκτησαν αυτήν την γνώση την ημέρα της Πεντηκοστής. Αυτό συμβαίνει σε κάθε εποχή με τους αληθινούς μαθητές του Χριστού, ήτοι τους αγίους, οι οποίοι Τον γνωρίζουν, όταν βιώνουν την προσωπική τους Πεντηκοστή, δηλαδή, όταν φθάνουν στην θεωρία του Θεού. Φυσικά αυτό γίνεται αφού καθαρθή η καρδιά από τα πάθη, μετά από επίμονο και επίπονο αγώνα και φωτισθή ο νους από την Χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Η κάθαρση από τα πάθη γίνεται με την μετοχή στα μυστήρια της Εκκλησίας, με την αδιάλειπτη προσευχή και την μακροχρόνια άσκηση, η οποία απαιτεί μεγάλη υπομονή και βαθειά ταπείνωση. Ο άγιος Μάρκος ο ασκητής λέγει ότι «γνώσις αληθής υπάρχει η των θλιβερών υπομονή• και το μη αιτιάσθαι τους ανθρώπους επί ταις εαυτού συμφοραίς». Δηλαδή, αληθινή γνώση είναι η υπομονή στα θλιβερά γεγονότα της ζωής και το να μη θεωρή κανείς ως αιτία για τις συμφορές του τους συνανθρώπους του.

Εκείνος ο οποίος επιθυμεί πραγματικά να γνωρίση τον Θεό, αλλά και όποιος τον εγνώρισε, υπομένει τις δοκιμασίες και τους πειρασμούς της ζωής αγόγγυστα και με δοξολογική διάθεση. Βέβαια, υπάρχουν διάφοροι βαθμοί γνώσεως του Θεού. Η τέλεια γνώση ταυτίζεται με την θεωρία του Θεού. Τα θεμέλια για την απόκτηση της γνώσης του Θεού τίθενται με την αληθινή μετάνοια, η οποία θεωρείται από τους Πατέρας της Εκκλησίας ως ο πρώτος βαθμός θεωρίας.

Ο υπαρξιστής Σάρτρ υποστήριζε ότι οι άλλοι είναι η κόλασή μας, ενώ οι Πατέρες της Εκκλησίας λένε ότι οι άλλοι είναι η ζωή μας. «Είδες τον αδελφόν σου, είδες τον Θεόν σου». Αντίθετα, εμείς γινόμαστε πολλές φορές, με την συμπεριφορά μας, η κόλαση των άλλων. Γι’ αυτό και εκείνος ο οποίος επιθυμεί και αγωνίζεται να φθάση στην αληθινή γνώση του Θεού, προκειμένου να εξακολουθή να παραμένη στην σωστή προοπτική, δεν θα πρέπη να θεωρή τους άλλους ως αιτία των συμφορών του, αλλά μόνον τον εαυτό του, με τα λάθη, τα πάθη, τις αδυναμίες και τις αμαρτίες του.

Στην συνέχεια, όμως, ο άγιος Μάρκος ο ασκητής θέτει και τα κριτήρια της αληθινής γνώσης του Θεού, που την διακρίνουν από την πλάνη και την ψεύτικη γνώση. Και αυτά είναι η πραότητα, η ταπείνωση και η αγάπη. «Τοσούτον η εκάστου γνώσις αληθής τυγχάνει, όσον αυτήν πραότης και ταπείνωσις και αγάπη βεβαιούσιν». Όταν δεν υπάρχουν τα παραπάνω χαρακτηριστικά, τότε κινείται κανείς στα όρια της πλάνης και η γνώση του δεν είναι αληθής.

Στο σημείο αυτό θα πρέπη, ίσως, να διευκρινισθή το τι είναι η πραότητα, επειδή υπάρχει σε πολλούς η εντύπωση ότι πράος είναι εκείνος που δεν θυμώνει ποτέ, με αποτέλεσμα να συγχέεται πολλές φορές το φυσικό χάρισμα της ηρεμίας, αλλά ακόμη και η αποχαύνωση με την πραότητα. Στην πραγματικότητα, «η πραότητα είναι μία αμετακίνητη κατάσταση του νου, που παραμένει η ίδια και στις τιμές και στις περιφρονήσεις». (Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος).

Ο αναγεννημένος άνθρωπος αναγνωρίζεται από τα παραπάνω χαρακτηριστικά, ήτοι από την πραότητα, την ταπείνωση και την αγάπη, καθώς και από το ότι υπομένει αγόγγυστα και με δοξολογική διάθεση τα λυπηρά γεγονότα της ζωής και θεωρεί ως αιτία των συμφορών του μόνον τον εαυτό του και κανέναν άλλον.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.
Ἀπόστολε Ἅγιε Φίλιππε, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν ἔλλαμψιν, τοῦ Παρακλήτου, εἰσδεξάμενος, πυρὸς ἐν εἴδει, παγκοσμίως ὡς ἀστὴρ ἀνατέταλκας, καὶ τῆς ἀγνοίας τὸν ζόφον διέλυσας, τῇ θείᾳ αἴγλῃ Ἀπόστολε Φίλιππε. Ὅθεν πρέσβευε, Χριστῷ τῷ Θεῷ δεόμεθα, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Πηγή: http://www.parembasis.gr/

† Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινούπολης (13 Νοεμβρίου)

Μύσας ὁ χρυσοῦς Ἰωάννης τὸ στόμα,
Ἀφῆκεν ἡμῖν ἄλλο τὰς βίβλους στόμα.
Ἀμφὶ τρίτην δεκάτην σίγησεν χρύσεα χείλη.

Βιογραφία
Ο μεγάλος αυτός πατέρας και διδάσκαλος της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας γεννήθηκε στην Αντιόχεια το 347 μ.Χ.(κατά άλλους το 354 μ.Χ.). Πατέρας του ήταν ο στρατηγός Σεκούνδος και μητέρα του η Ανθούσα. Γρήγορα έμεινε ορφανός από πατέρα, και η μητέρα του - χήρα τότε 20 ετών - τον ανέθρεψε και τον μόρφωσε κατά τον καλύτερο χριστιανικό τρόπο. Ήταν ευφυέστατο μυαλό και σπούδασε πολλές επιστήμες στην Αντιόχεια - κοντά στον τότε διάσημο ρήτορα Λιβάνια - αλλά και στην Αθήνα, μαζί με τον αγαπημένο του φίλο Μέγα Βασίλειο (βλέπε 1 Ιανουαρίου).

Όταν αποπεράτωσε τις σπουδές του, επανήλθε στην Αντιόχεια και αποσύρθηκε στην έρημο για πέντε χρόνια, όπου ασκήτευε προσευχόμενος και μελετώντας τις Άγιες Γραφές. Ασθένησε όμως και επέστρεψε στην Αντιόχεια, οπού χειροτονήθηκε διάκονος - το 381 μ.Χ., σε ηλικία 34 ετών - από τον Αρχιεπίσκοπο Αντιοχείας Μελέτιο. Αργότερα δε από τον διάδοχο του Μελετίου Φλαβιανό πρεσβύτερος σε ηλικία 40 ετών.

Κατά την Ιερατική του διακονία ανέπτυξε όλα τα ψυχικά του χαρίσματα, πύρινο θείο ζήλο και πρωτοφανή ευγλωττία στα κηρύγματα του. Έσειε και συγκλόνιζε τα πλήθη της Αντιόχειας και συγκινούσε τις ψυχές τους βαθύτατα. Η φήμη του αυτή έφτασε μέχρι τη βασιλεύουσα και έτσι, την 15η Δεκεμβρίου 397 μΧ., με κοινή ψήφο βασιλιά Αρκαδίου και Κλήρου, έγινε Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης, κάτι που ο ίδιος δεν επεδίωξε ποτέ. Και από την θέση αυτή ο Ιερός Χρυσόστομος, εκτός άλλων, υπήρξε αυστηρός ασκητής και δεινός ερμηνευτής της Αγίας Γραφής, όπως φαίνεται από τα πολλά συγγράμματα του (διασώθηκαν 804, περίπου, ομιλίες του). Έργο επίσης του Χρυσοστόμου είναι και η Θεία Λειτουργία, που τελούμε σχεδόν κάθε Κυριακή, με λίγες μόνο, από τότε μετατροπές.

Ο ιερός Χρυσόστομος κατά τη διάρκεια της πατριαρχείας του, υπήρξε αδυσώπητος ελεγκτής κάθε παρανομίας και κακίας. Αυτό όμως έγινε αίτια να δημιουργήσει φοβερούς εχθρούς, και μάλιστα αυτήν την αυτοκράτειρα Ευδοξία, επειδή ήλεγχε τις παρανομίες της. Αυτή μάλιστα, σε συνεργασία με τον τότε Πατριάρχη Αλεξαδρείας Θεόφιλο (ενός μοχθηρού και άσεβους ανθρώπου), συγκάλεσε σύνοδο (παράνομη) από 36 επισκόπους (όλοι τους πνευματικά ύποπτοι και δυσαρεστημένοι από τον άγιο) στο χωριό Δρυς της Χαλκηδόνας και πέτυχε την καθαίρεση και εξορία του Αγίου σ' ένα χωριό της Βιθυνίας. Η απόφαση αυτή όμως, τόσο εξερέθισε τα πλήθη, ώστε αναγκάστηκε αυτή η ίδια η Ευδοξία να τον ανακαλέσει από την εξορία και να τον αποκαταστήσει στο θρόνο με άλλη συνοδική αθωωτική απόφαση (402 μ.Χ.). Αλλά λίγο αργότερα, η ασεβής αυτή αυτοκράτειρα, κατάφερε και πάλι να εξορίσει τον Άγιο (20 Ιουνίου 404 μ.Χ.) στην Κουκουσό της Αρμενίας και από κει στα Κόμανα, όπου μετά από πολλές κακουχίες και άλλες ταλαιπωρίες πέθανε το 407 μ.Χ.

Ο Μ. Ι. Γαλανός στον Συναξαριστή του, μεταξύ των άλλων, αναφέρει για τον Ιερό Χρυσόστομο, ότι υπήρξε και αναγνωρίζεται ως ο πιο άριστος και δημοφιλής διδάσκαλος της Χριστιανικής Εκκλησίας. Κανένας δεν εξήγησε όπως αυτός, με τόσο πλούτο και τόση σαφήνεια τα νοήματα των θείων Γραφών, ούτε δε υπήρξε εφάμιλλος του στην ετοιμολογία, την απλότητα, αλλά και στη φλόγα και τη δύναμη της ρητορείας. Υπήρξε ρήτορας θαυμαστός, λογοτέχνης απαράμιλλος, βαθύτατος και διεισδυτικότατος, ψυχολόγος και καταπληκτικός κοινωνιολόγος με αίσθημα χριστιανικής ισότητας, χωρίς προνομιούχους, με καθολική αδελφότητα. Ανήκει σ' αυτούς που φαίνονται «ὡς φωστῆρες ἐν κόσμῳ» (Προς Φιλιππησίους, 6' 15.). Δηλαδή σαν φωτεινά αστέρια μέσα στον κόσμο.

Να σημειώσουμε εδώ, ότι ο ιερός Χρυσόστομος πέθανε την 14η Σεπτεμβρίου, αλλά λόγω εορτής της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού μετατέθηκε η εορτή της μνήμης του την 13η Νοεμβρίου. Επίσης την 15η Δεκεμβρίου εορτάζουμε την χειροτονία του σε Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, την 27η Ιανουαρίου την ανακομιδή των λειψάνων του, αλλά η μνήμη του εορτάζεται και την 30η Ιανουαρίου μαζί με τον Μέγα Βασίλειο και τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο. Και τέλος την 26η Φεβρουαρίου εορτάζουμε την μνήμη της χειροτονίας του σε πρεσβύτερο.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ἡ τοῦ στόματός σου καθάπερ πυρσός ἐκλάμψασα χάρις, τὴν οἰκουμένην ἐφώτισεν, ἀφιλαργυρίας τῷ κόσμῳ θησαυροὺς ἐναπέθετο, τὸ ὕψος ἡμῖν τῆς ταπεινοφροσύνης ὑπέδειξεν. Ἀλλὰ σοῖς λόγοις παιδεύων, Πάτερ, Ἰωάννη Χρυσόστομε, πρέσβευε τῷ Λόγῳ Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν.
Ἐκ τῶν οὐρανῶν ἐδέξω τὴν θείαν χάριν, καὶ διὰ τῶν σῶν χειλέων, πάντας διδάσκεις, προσκυνεῖν ἐν Τριάδι τὸν ἕνα Θεόν, Ἰωάννη Χρυσόστομε, παμμακάριστε Ὅσιε, ἐπαξίως εὐφημοῦμέν σε· ὑπάρχεις γὰρ καθηγητής, ὡς τὰ θεῖα σαφῶν.

Πηγή: http://www.saint.gr/



† Ο Άγιος Μηνάς ο μεγαλομάρτυρας (11 Νοεμβρίου)


Ο Άγιος Μηνάς γεννήθηκε στην Αίγυπτο στα μέσα περίπου του 3ου αιώνα μ.Χ. από γονείς ειδωλολάτρες. Ωστόσο, το ειδωλολατρικό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωνε, δεν κατάφερε να σκληρύνει την καρδιά του η οποία, όταν ήλθε η στιγμή, σκίρτησε ακούγοντας την φωνή του «ετάζοντος καρδίας και νεφρούς» (Ψλμ.7,10) Θεού και έτσι ο, έφηβος ακόμη, Μηνάς έγινε χριστιανός.

Μεγαλώνοντας, επέλεξε να σταδιοδρομήσει στον Ρωμαϊκό στρατό, στο ιππικό τάγμα των Ρουταλικών, υπό την διοίκηση του Αργυρίσκου. Η έδρα της μονάδας του ήταν στο Κοτυάειον (σημερινή Κιουτάχεια) της Μικράς Ασίας. Εκεί ο Μηνάς διακρίθηκε και για την φρόνησή του αλλά και για το ανδρείο του φρόνημα και γι’ αυτό έχαιρε εκτιμήσεως στο κύκλο των στρατιωτικών.

Δυστυχώς όμως, τρεις αιώνες μετά την έλευση του Χριστού και ο παλαιός κόσμος ακόμη δεν ήθελε να δεχθεί το λυτρωτικό μήνυμα της Αναστάσεως, παραμένοντας αυτάρεσκα, εγωιστικά και αυτοκαταστροφικά προσκολλημένος στη φθορά και το σκοτάδι. Οι αυτοκράτορες της Ρώμης άρχισαν και πάλι «προς κέντρα λακτίζειν» (Πράξεις 26,14). Ο Διοκλητιανός και ο Μαξιμιανός διέταξαν διωγμό εναντίον των λογικών προβάτων του Χριστού, διωγμό ο οποίος κράτησε από το 303 έως το 311 μ.Χ. Έτσι, οι Ρωμαίοι στρατιώτες διατάχθηκαν να συλλαμβάνουν και να τυραννούν τους χριστιανούς προσπαθώντας να τους κάνουν να αλλαξοπιστήσουν. Αυτή ήταν και η πρώτη κρίσιμη στιγμή κατά την οποία ό Μηνάς κλήθηκε να πει «το μεγάλο ναι ή το μεγάλο όχι». Η πίστη του στον Χριστό νίκησε την κοσμική «σύνεση» και λογική.

Ο Άγιος δεν άντεξε, πέταξε στη γη την στρατιωτική του ζώνη απεκδυόμενος μ’ αυτόν τον τρόπο την ιδιότητα του στρατιώτη - διώκτη των χριστιανών, και διέφυγε στο παρακείμενο όρος. Εκεί ασκήτευε, προτιμώντας την συντροφιά των θηρίων της φύσης από την συντροφιά των αποθηριωμένων ειδωλολατρών. Εκεί, «εν ερημίαις πλανώμενος και όρεσι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης» (Εβρ. 11,38), έζησε επί αρκετό διάστημα με νηστεία, αγρυπνία και προσευχή. Η ασκητική ζωή και η ησυχία εθέρμαναν την καρδιά του ανάβοντας τον θείο έρωτα και τον πόθο του μαρτυρίου.

Έτσι, σε ηλικία πενήντα περίπου ετών, μετά από θεία αποκάλυψη ότι είχε φτάσει η ώρα του μαρτυρίου, κατέβηκε στην πόλη, σε μέρα ειδωλολατρικού πανηγυριού και με παρρησία, εν μέσω των μαινομένων ειδωλολατρών, ομολόγησε τον Χριστό ως τον ένα και αληθινό Θεό, μυκτηρίζοντας τα κωφά και αναίσθητα είδωλα. Συνελήφθη και σύρθηκε δερόμενος μπροστά στον Πύρρο, τον διοικητή της πόλεως. Εκεί, μιλώντας με θάρρος, αποκάλυψε το όνομά του, την καταγωγή του, το στρατιωτικό του παρελθόν και, φυσικά, διεκήρυξε με τόλμη και αταλάντευτη επιμονή την πίστη του στον Χριστό. Οδηγήθηκε στη φυλακή και το πρωί της επομένης ημέρας, μετά το πέρας του ειδωλολατρικού πανηγυριού, τον παρουσίασαν και πάλι ενώπιον του ηγεμόνος ο οποίος τον κατηγόρησε ότι εξύβρισε τους θεούς και μάλιστα μπροστά του και ότι λιποτάκτησε από τον στρατό. Ο Άγιος αποδέχθηκε τις κατηγορίες χωρίς δισταγμό.

Ο Πύρρος, ευλαβούμενος στην αρχή την ηλικία και την ευκοσμία του, προσπάθησε με λόγια και υποσχέσεις αλλά και με απειλές στη συνέχεια, να τον αποσπάσει από την πίστη του Χριστού. Όταν οι προσπάθειές του προσέκρουσαν στην σταθερή άρνηση του Αγίου, διέταξε να τον υποβάλουν σε ανυπόφορα βασανιστήρια. Οι δήμιοι τον μαστίγωσαν τόσο πολύ ώστε άλλαξαν δύο και τρεις φορές οι μαστιγωτές του. Τον κρέμασαν και τον έγδερναν μέχρι που άρχισαν να φαίνονται τα εσωτερικά όργανα του Αγίου. Έπειτα, σαν να μην έφθαναν αυτά, έτριβαν το καταπληγωμένο του σώμα με τρίχινο ύφασμα και στο τέλος τον έσερναν γυμνό και κατακρεουργημένο πάνω σε μεταλλικά αγκάθια. Όλα τα υπέμενε με γενναιότητα και καρτεροψυχία ο Μάρτυς του Χριστού, εφαρμόζοντας το Ευαγγελικό «και μη φοβηθήτε από των αποκτεννόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι» (Ματθαίος 10,28).

Μάλιστα, την ώρα του μαρτυρίου, κάποιοι παλιοί συστρατιώτες του τον προέτρεπαν να θυσιάσει στα είδωλα λέγοντας ότι ο Θεός του θα τον δικαιολογήσει βλέποντας τα βασανιστήρια στα οποία τον υπέβαλλαν. Ο Άγιος αρνήθηκε αποφασιστικά και τους απάντησε ότι προσφέρει θυσία ακόμη και τον εαυτό του στον Χριστό, ο οποίος τον ενδυναμώνει για να υπομένει τις πληγές.

Ο ηγεμόνας, θαυμάζοντας την ευστοχία και την σοφία των απαντήσεων του Μάρτυρα, τον ρώτησε απορημένος πώς είναι δυνατόν ένας τραχύς στρατιώτης σαν αυτόν να μπορεί να απαντά κατ’ αυτόν τον τρόπο. Και ο Άγιος, με τη φώτιση του Θεού, του αποκρίθηκε ότι αυτή την ικανότητα την χαρίζει στους μάρτυρές του ο Χριστός, όπως έχει υποσχεθεί στο Ευαγγέλιο: «όταν δε προσφέρωσιν υμάς επί τας συναγωγάς και τας αρχάς και τας εξουσίας, μη μεριμνάτε πώς ή τι απολογήσησθε ή τι είπητε. Το γαρ Άγιον Πνεύμα διδάξει υμάς εν αυτή τη ώρα ά δει ειπειν» (Λουκά ιβ’, 11-12).

Τότε, απελπισμένος ο τύραννος, διέταξε να τον αποκεφαλίσουν. Βαδίζοντας προς τον τόπο της εκτέλεσης ο Άγιος πρόλαβε να ζητήσει από κάποιους κρυπτοχριστιανούς να μεταφέρουν το λείψανό του στην Αίγυπτο.

Ο αποκεφαλισμός του έγινε την 11η Νοεμβρίου στις αρχές του 4ου αι. μ.Χ. και έτσι η ψυχή του πέταξε χαρούμενη προς τον Σωτήρα Χριστό τον οποίο τόσο επόθησε ο Άγιος και για τον οποίο θυσιάσθηκε. Οι δήμιοι άναψαν φωτιά για να κάψουν το σώμα του.

Ότι κατάφεραν οι χριστιανοί να περισώσουν από την πυρά το μετέφεραν στην Αίγυπτο και το έθαψαν κοντά στην Μαρεώτιδα λίμνη, νοτιοδυτικά της Αλεξάνδρειας.

Στο σημείο εκείνο σταμάτησε, κατά την παράδοση, η καμήλα που μετέφερε τα λείψανα αρνούμενη πεισματικά να προχωρήσει. Έτσι οι χριστιανοί κατάλαβαν ότι ήταν θέλημα Θεού να ενταφιασθούν εκεί τα λείψανα του Αγίου.

Η περιοχή του τάφου πολύ σύντομα εξελίχθηκε σε προσκυνηματικό - λατρευτικό κέντρο.Ο Μέγας Κωνσταντίνος, όταν ήταν Πατριάρχης Αλεξανδρείας ο Μέγας Αθανάσιος, ανήγειρε ναό πάνω στον τάφο του Αγίου. Σε λίγα χρόνια δημιουργήθηκε εκεί εκτεταμένο κτιριακό συγκρότημα το οποίο περιελάμβανε δύο ναούς, μοναστήρι, ξενώνες και άλλες εγκαταστάσεις.

ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΗΝΑ

Κάποιος χριστιανός από την Κωνσταντινούπολη, οδεύοντας για το πανηγύρι του Αγίου Μηνά και έχοντας μαζί του αρκετά χρήματα, κατέλυσε σε ένα ξενοδοχείο. Ο ξενοδόχος είδε τα ξένα χρήματα και, κυριευμένος από απληστία, σκότωσε τον προσκυνητή, τον διεμέλισε και έβαλε τα κομμάτια του σε μία σπυρίδα (ζεμπίλι). Ενώ σκεφτόταν πού να θάψει τα μέλη του θύματός του για να μην αποκαλυφθεί το έγκλημα, καταφθάνει στο ξενοδοχείο ένας έφιππος στρατιώτης, ο Άγιος Μηνάς, και τον ρωτάει επίμονα πού βρίσκεται ο προσκυνητής. Ο ξενοδόχος τον διαβεβαιώνει ότι δεν γνωρίζει τίποτε αλλά ο Άγιος ξεπεζεύει, εισέρχεται στα ενδότερα του ξενώνα, βρίσκει την σπυρίδα, την φέρνει μπροστά του και τον ρωτάει με φοβερό και άγριο βλέμμα να του πει ποιος είναι ο νεκρός.

Τότε ο φονιάς έφριξε, πέφτοντας άφωνος και τρέμων στα πόδια του άγνωστου ιππέα. Ο Άγιος συνάρμοσε τα μέλη του
θύματος, προσευχήθηκε και ανέστησε το νεκρό προσκυνητή παραγγέλνοντάς του να δοξάζει τον Θεό. Ο αναστημένος, σαν να είχε εγερθεί από τον ύπνο, κατάλαβε όσα έπαθε, εδόξασε τον Θεό και προσκύνησε τον Άγιο.

Μόλις ο φονιάς συνήλθε από τον τρόμο του και σηκώθηκε, του πήρε ο Άγιος τα κλεμμένα χρήματα και τα επέστρεψε στον προσκυνητή λέγοντάς του να συνεχίσει τον δρόμο του.

Έπειτα, για να ολοκληρώσει την ευεργεσία του Θεού, στράφηκε προς τον ξενοδόχο, τον έδειρε όπως του άξιζε, τον ενουθέτησε, του έδωσε συγχώρηση για το έγκλημά του προσευχόμενος γι’ αυτόν, καβάλησε το άλογό του και έγινε άφαντος. Τότε μόνο κατάλαβε ο ξενοδόχος ότι ο στρατιώτης αυτός ήταν ο Άγιος Μηνάς, γεγονός που θυμίζει την εμπειρία των δύο Αποστόλων κατά την πορεία τους προς Εμμαούς, με την συντροφιά του αναστημένου Χριστού. (Λουκά κδ’,31).

Κάποιος πλούσιος χριστιανός έταξε στον Άγιο Μηνά να προσφέρει έναν ασημένιο δίσκο στο ναό του. Παρήγγειλε λοιπόν στον αργυροχόο δύο δίσκους και του ζήτησε στον μεν ένα να γράψει το όνομα του Αγίου στον δε άλλον το όνομα το δικό του. Επειδή όμως ο δίσκος ο προορισμένος για τον Άγιο έγινε λαμπρότερος και ωραιότερος, ο χριστιανός, από απληστία κινούμενος, δίχως να ντραπεί τον κράτησε για τον εαυτό του.

Ταξιδεύοντας λοιπόν στη θάλασσα, δείπνησε στο πλοίο χρησιμοποιώντας ασυλλόγιστα και χωρίς ευλάβεια τον δίσκο του Αγίου. Μετά το δείπνο ο υπηρέτης του ανευλαβούς χριστιανού προσπάθησε να πλύνει τον δίσκο στη θάλασσα με αποτέλεσμα να του πέσει στο νερό και να βυθισθεί. Τότε ο νεαρός υπηρέτης φοβήθηκε πολύ, σάστισε και, προσπαθώντας να πιάσει τον δίσκο, έπεσε κι αυτός στη θάλασσα.

Όταν ο κύριός του αντελήφθη το συμβάν, συναισθάνθηκε ότι πλήρωνε τα επίχειρα της απληστίας του και τυπτόμενος από την συνείδησή του, παρακαλούσε τον Θεό να βρει έστω το λείψανο του μικρού υπηρέτη του, τάζοντας να δώσει στο ναό του Αγίου Μηνά και τον δεύτερο δίσκο, και τα χρήματα που άξιζε ο χαμένος στη θάλασσα δίσκος. Αφού βγήκε στη στεριά περίμενε με αγωνία στην ακρογιαλιά μήπως και εκβρασθεί το πτώμα του υπηρέτη. Και ενώ παρατηρούσε τη θάλασσα, βλέπει τον μικρό να βγαίνει ζωντανός από το νερό κρατώντας στα χέρια του και τον ασημένιο δίσκο του Αγίου!

Ο πλούσιος έφριξε από το θαύμα και έβγαλε φωνή μεγάλη την οποία ακούγοντας οι επιβάτες του πλοίου βγήκαν όλοι έξω και, βλέποντας το συμβάν, ρωτούσαν τον υπηρέτη, που τους διηγήθηκε τα εξής: «Μόλις έπεσα στη θάλασσα, παρουσιάσθηκαν μπροστά μου τρεις άνθρωποι. Ο μεγαλύτερος από αυτούς φορούσε στρατιωτική στολή, ο άλλος ήταν νεαρός και ο τρίτος ήταν Διάκονος. Αυτοί οι τρεις με πήραν μαζί τους από τον βυθό και περπατώντας χθες και σήμερα, με έφεραν μέχρι εδώ».

Ο κύριος του παιδιού και οι επιβάτες του πλοίου ακούγοντας το εξαίσιο θαύμα, εδόξαζαν τον Θεό και εθαύμαζαν για τους τρόπους που χρησιμοποιεί προκειμένου οι άνθρωποι «εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (2 Τιμόθ. 3,7).

Οι τρεις που έσωσαν τον υπηρέτη ήταν ο Άγιος Μηνάς (ο στρατιωτικός), ο Άγιος Βίκτωρ (ο νεαρός) και ο Άγιος Βικέντιος (ο Διάκονος).

Οι δύο τελευταίοι Άγιοι εμαρτύρησαν την ίδια ημέρα με τον Άγιο Μηνά. Τον 2ο αι. μ.Χ.. ο Άγιος Βίκτωρ γδάρθηκε ζωντανός από τους ειδωλολάτρες και τον 3ο αι. μ. Χ. ο Άγιος Βικέντιος πέθανε έπειτα από σταύρωση και εξάρθρωση των μελών στην οποία τον υπέβαλαν οι βασανιστές του. Τιμώνται μαζί με τον Άγιο Μηνά την 11η Νοεμβρίου.

Ακόμη ένα θαύμα του Αγίου Μηνά έλαβε χώρα το 1826 στο Ηράκλειο της Κρήτης, πόλη στην οποία ιδιαιτέρως τιμάται ο Άγιος. Το 1821, μετά την έκρηξη της μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης εναντίον των Τούρκων, οι κατακτητές προχώρησαν σε σφαγές χιλιάδων αμάχων σε πολλές περιοχές. Από τους πρώτους που πλήρωσαν με το αίμα τους την επανάσταση ήταν και οι κάτοικοι της Κρήτης. Μεταξύ των χιλιάδων θυμάτων ήταν ο Μητροπολίτης Κρήτης, οι Επίσκοποι Χανίων, Κνωσού, Χεροννήσου, Λάμπης, Σητείας κ.α. οι οποίοι εσφάγησαν, την 24η Ιουνίου 1821, στον περίβολο του Μητροπολιτικού Ναού του Ηρακλείου. Μάλιστα ο ιερουργών ιερέας εσφάγη πάνω στην Αγία Τράπεζα!

Πέντε χρόνια αργότερα, το 1826, οι Τούρκοι του Ηρακλείου σχεδίαζαν να προβούν σε σφαγή των Χριστιανών, και πάλι στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Μηνά, στις 18 Απριλίου, ημέρα του Πάσχα, την ώρα της Αναστάσιμης Θείας Λειτουργίας για να πιάσουν τους Χριστιανούς απροετοίμαστους. Για αντιπερισπασμό έβαλαν φωτιά σε διάφορα απομακρυσμένα σημεία της πόλης, ενώ οπλισμένα στίφη είχαν συγκεντρωθεί έξω από το ναό, περιμένοντας την ώρα της αναγνώσεως του Ευαγγελίου για να εισβάλουν και να αρχίσουν την σφαγή.

Μόλις όμως άρχισε η ανάγνωση εμφανίσθηκε ένας ασπρομάλλης ηλικιωμένος ιππέας που έτρεχε γύρω από το ναό κραδαίνοντας το ξίφος του και κυνηγώντας τους επίδοξους σφαγείς οι οποίοι τράπηκαν πανικόβλητοι σε φυγή. Έτσι σώθηκαν οι πολύπαθοι Χριστιανοί του Ηρακλείου από τον φοβερό κίνδυνο.

Οι Τούρκοι νόμισαν ότι ο καβαλάρης ήταν μουσουλμάνος πρόκριτος απεσταλμένος από τον Διοικητή της πόλης για να ματαιώσει την σφαγή. Όταν διαμαρτυρήθηκαν στον Διοικητή, αυτός τους διαβεβαίωσε ότι δεν γνώριζε τίποτε και μάλιστα διαπιστώθηκε ότι ο συγκεκριμένος πρόκριτος δεν είχε βγει καθόλου από το σπίτι του.

Κατάλαβαν τότε οι Τούρκοι ότι επρόκειτο για θαύμα του Αγίου Μηνά, κοινοποίησαν το γεγονός στους Έλληνες και από τότε οι Mουσουλμάνοι ηυλαβούντο πολύ τον Άγιο, προσφέροντας μάλιστα και δώρα στο ναό του. Το θαύμα αυτό του Αγίου Μηνά καθιερώθηκε να τιμάται στο Ηράκλειο την Τρίτη της Διακαινησίμου, οπότε και εκτίθεται σε προσκύνηση, κατά τον εσπερινό, λείψανο του Αγίου.

«Μεταξύ των αδικημένων Πατέρων της Εκκλησίας μας είναι και ο Οσιώτατος πατήρ Γεώργιος, ο Χατζη-Γεώργης, ο οποίος είναι ένας σύγχρονος Άγιος της εποχής μας, αλλά, μπορούμε να πούμε, και μεγάλος Άγιος, ανάλογα με την εποχή μας.», γράφει ο Γέρων Παϊσιος ο Αγιορείτης.Ο Γέρων Χατζη-Γεώργης (1809-1886), «ο μέγας και περιβόητος ασκητής», ασκήτευσε στο Άγιον Όρος επί μακρό χρονικό διάστημα. Επί αρκετά χρόνια έμενε στην Κερασιά, στο μεγάλο Κελί του Αγίου Δημητρίου και Αγίου Μηνά, ως υποτακτικός του Παπα-Νεόφυτου στην αρχή και ως Γέρων της Συνοδείας από το 1848 και έπειτα. «Κάποτε, ενώ ο Γέροντας ησχολείτο με το εργόχειρο, κατά λάθος κατάπιε μεγάλη βελόνα και προσευχήθηκε προς τον μεγαλομάρτυρα Μηνά.Στάθηκε τότε ο άγιος ενώπιόν του, έβαλε το χέρι στον λαιμό του και έβγαλε την βελόνα.».

Το 1942, κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι υπό τον Ρόμμελ δυνάμεις του Άξονα στην Αφρική είχαν καταφέρει να προελάσουν τόσο ώστε να είναι ορατός ο κίνδυνος να φθάσουν στην Διώρυγα του Σουέζ. Στην περιοχή του Ελ Αλαμέιν (αραβική παραφθορά του ονόματος του Αγίου Μηνά), όπου βρισκόταν τα ερείπια ναού του Αγίου Μηνά και ίσως και ο τάφος του, οι αντίπαλες δυνάμεις προετοιμάζονταν για την αποφασιστική σύγκρουση η οποία θα έκρινε το αν οι Σύμμαχοι θα κατάφερναν να παραμείνουν στην Αφρική.

Μεταξύ των συμμαχικών στρατευμάτων βρισκόταν και ελληνική στρατιωτική δύναμη, η οποία πήρε μέρος στη μάχη. Ένα από τα βράδια εκείνα, πολλοί στρατιώτες είδαν τον Άγιο Μηνά να βγαίνει από τα ερείπια του ναού του οδηγώντας ένα καραβάνι με καμήλες, όπως απεικονίζεται σε μία από τις παλαιές αγιογραφίες του ναού του, και να μπαίνει μέσα στο στρατόπεδο των εχθρικών δυνάμεων. Η εμφάνιση αυτή κατατρόμαξε τους Γερμανούς και υπονόμευσε καίρια το ηθικό τους, πράγμα που συνέβαλε καθοριστικά στη νίκη των συμμαχικών δυνάμεων.

Σε ανταπόδοση της ευεργεσίας αυτής του Αγίου παραχωρήθηκε στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας ο τόπος εκείνος και ξανακτίσθηκε ο ναός καθώς και μοναστήρι του Αγίου Μηνά.

Απολυτίκιον. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Στρατείαν κατέλιπες την κοσμικήν, αθλητά, ουράνιον είληφας την κληρουχίαν, σοφέ, και στέφος αμάραντον, δόξαν αποδιώξας βασιλέως γήινου, άθλους δε διανύσας μαρτυρίου γενναίου. Διό, μεγαλομάρτυς Μηνά, πρέσβευε σωθήναι ημάς

Κοντάκιον. Ήχος δ’. Επεφάνης σήμερον.
Της στρατείας ήρπασε, της επικήρου, και αφθάρτου έδειξε, σε Αθλοφόρε κοινωνόν, Μηνά Χριστός ο Θεός ημών, ο των Μαρτύρων ακήρατος στέφανος.

Πηγή: http://www.imka.gr/