Βίοι Αγίων
johnpatrablog
. . . . . «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησόν με» . . . . . . johnpatrablog

Αναζήτηση Αγίων (χρησιμοποιήστε τόνους στα ονόματα)

Translate

† Ο Άγιος Κυριακός ο αναχωρητής (29 Σεπτεμβρίου)



Ο Όσιος Κυριακός γεννήθηκε τό 448 στήν Κόρινθο. Ὁ πατέρας του Ἰωάννης ἦταν ἱερέας στήν ἐκκλησία τῆς Κορίνθου. Ἀδελφός τῆς μητέρας του Εὐδοξίας, ἦταν ὁ Πέτρος ἐπίσκοπος Κορίνθου.

Μεγαλωμένος μέσα σὲ ἱερατική οἰκογένεια, ἄρχισε ἀπό μικρός νά ξεχωρίζει ἀπό τά ἄλλα παιδιά τῆς ἡλικίας του. Ἔτρεφε ἰδιαίτερο ζῆλο στά ἱερά γράμματα γι’ αὐτό καί μελετοῦσε καθημερινά τίς Ἅγιες Γραφὲς. Ὁ θεῖος του τόν χειροθέτησε ἀναγνώστη.

Κάποια Κυριακή στήν Ἐκκλησία ἄκουσε τά λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, πού σημάδεψαν τή ζωή του·

«Ὅποιος θέλει νά γίνει μαθητής μου, ἄς ἀρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, ἄς σηκώσει τό σταυρό του κι ἄς μέ ἀκολουθήσει».

Ἐκείνη τήν ἡμέρα ἀποχαιρέτησε γιά πάντα τούς γονεῖς καί τούς φίλους του κι ἔφυγε γιά τά Ἱεροσόλυμα. Ἦταν τότε μόλις 18 ἐτῶν.

Ἀρχή τῆς μοναχικῆς ζωῆς

Ὅταν ὁ Κυριακός ἔφτασε στά Ἱεροσόλυμα συνάντησε πρῶτα τόν μέγα Εὐστόργιο.

Στή συνέχεια ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τόν ὁδήγησε στόν Μέγα ἀσκητή τῆς ἐρήμου, τόν ἅγιο Εὐθύμιο, ὅπου ἔγινε δεκτός μὲ μεγάλη χαρά. Ἀφοῦ ἀξιώθηκε νά λάβει ἀπόν Μέγα Εὐθύμιο τό μοναχικό σχῆμα, τόν ἔστειλε στόν Ὅσιο Γεράσιμο τόν Ἰορδανίτη. Αὐτός τοῦ ἀνέθεσε διακονία στό μαγειρεῖο, ὅπου ὁ Κυριακός ὑπηρετοῦσε πρόθυμα τούς ἀδελφούς.


Μαθητεία στόν ὅσιο Γεράσιμο

Ὅ Ὅσιος Γεράσιμος κάθε χρόνο, τήν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, συνήθιζε νά πηγαίνει στήν ἔρημο τοῦ Ρουβᾶ, γιά περισσότερη ἄσκηση καί προσευχή. Αὐτή τή φορά πῆρε μαζί του καί τόν Κυριακό, γιατί τόν εἶχε ἀγαπήσει πολύ γιά τήν ὑπακοή καί τήν ταπείνωσή του· τόν εἶχε σύντροφο στούς ἀγῶνες καί στίς προσευχές του. Κάθε Κυριακή μέχρι τήν ἑορτή τῶν Βαΐων, ὁ μέγας Εὐθύμιος μετέφερε στήν ἔρημο τά Ἄχραντα μυστήρια, γιά νά τούς κοινωνήσει.


Στό ἀξίωμα τῆς Ἱερωσύνης

Λίγα χρόνια ἀργότερα, ὅταν ἔγινε 27 ἐτῶν, ἀναπαύτηκε ὁ ὅσιος Γεράσιμος, ὁ πνευματικός του ὁδηγός καί πατέρας. Τότε ἐπέστρεψε στή Λαύρα τοῦ ἁγίου Εὐθυμίου, καί στή συνέχεια πῆγε τότε στή Μονή τοῦ Σουκᾶ. Ἐκεῖ ὑπηρέτησε σὲ πολλά διακονήματα, φανερώνοντας τήν ἀπεριόριστη ὑπομονή καί τήν μεγάλη ταπείνωσή του. Σὲ ἡλικία 40 ἐτῶν χειροτονήθηκε ἱερέας καί διακόνησε στή Μονή ἐκείνη πενῆντα ὁλόκληρα χρόνια.


Ἀναχωρητής τῆς ἐρήμου

Ὁ πόθος του γιά περισσότερη ἄσκηση καί ἡσυχία τόν ἔκανε νά φύγει ἀπό τήν μονή, ὅταν ἦταν ἤδη 77 ἐτῶν. Γιά εἰκοσιπέντε χρόνια παρέμεινε ἀσκητεύοντας στήν ἔρημο· συνεχῶς ὅμως ἄλλαζε μέρη, γιατί οἱ ἄνθρωποι δὲν τόν ἄφηναν νά ἡσυχάζει καί νά προσεύχεται ἀνενόχλητος στό Θεό. Κι ἐπειδή συνεχῶς ἀναχωροῦσε ἀπό τόπο σέ τόπο, ὀνομάστηκε Ἀναχωρητής.



Τό τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς του

Παρόλο πού ἔφτασε σὲ βαθειά γηρατειά, ποτέ δὲν ἔλλειψε ἀπό τίς ἀκολουθίες· ποτὲ δὲ σταμάτησε νά διακονεῖ καί νά ὑπηρετεῖ τούς ἀδελφούς. Τά δυό τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του, τά πέρασε στό σπήλαιο τοῦ ἁγίου Χαρίτωνος.

Λίγες μέρες μόνο κράτησε ἡ ἀσθένεια τοῦ σώματός του. Ὁ Θεός τόν ἀξίωσε γιά τήν ἀσκητική ζωή του, νά διατηρήσει σ’ ὅλη του τή ζωή ἕνα ὑγιαίστατο σῶμα, μέχρι τό θάνατό του.

Παρέδωσε δέ τή ψυχή του στό Θεό, σὲ ἡλικία 108 ἐτῶν.

Απολυτίκιο. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.

Χριστώ ηκολούθησας, καταλιπών τα της γης, και βίον ισάγγελον, επολιτεύσω σαφώς, ως άσαρκος Όσιε, συ γαρ εν ταις ερήμοις, προσχωρών θείω πόθω, σκίλλη πίκρα την πάλαι, πικράν γεύσιν απώσω. Διό Κυριακέ θεοφόρε, αξίως δεδόξασαι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφαγισθέντος .

Τῆς ἐρήμου πολίτης καὶ ἐν σώματι ἄγγελος, καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατὴρ ἡμῶν Κυριακέ· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας, καὶ τὰς ψυχὰς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ιάματα.

Πηγή: http://news.karpasha.com/


† Οι Άγιοι Μεγαλομάρτυρες Ευστάθιος, Θεοπίστη και οι υιοί αυτών (20 Σεπτεμβρίου)



Ονομαζόταν Πλακίδας και ήταν στρατηλάτης στη Ρώμη. Μεταστράφηκε στη χριστιανική πίστη με θεοσημία. Ενώ κυνηγούσε είδε ένα ελάφι που είχε ανάμεσα στα κέρατά του ένα σταυρό και άκουσε φωνή, η οποία τον καλούσε στην αληθινή πίστη. Βαπτίσθηκε με το όνομα Ευστάθιος και τον ακολούθησε η γυναίκα του Τατιανή, που πήρε το χριστιανικό όνομα Θεοπίστη, καθώς και οι δύο γιοι τους, Αγάπιος και Θεόπιστος. Σε κάποιο ταξίδι του έχασε και την οικογένεια και το βιος του κι αναγκάσθηκε να ζητιανεύει για να ζήσει. Τον επανέφεραν όμως στο στράτευμα και μετά από τη νίκη που κέρδισε, αποκαταστάθηκε στο προηγούμενο αξίωμά του, ενώ παράλληλα βρέθηκε η οικογένειά του. Επί Αδριανού (117-138), επειδή αρνήθηκε να προσφέρει θυσία στα είδωλα, γνώρισε μαρτυρικό θάνατο μαζί με όλη την οικογένειά του.

Η Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη τους στις 20 Σεπτεμβρίου.

Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Ἀγρευθεῖς οὐρανόθεν πρὸς εὐσέβειαν ἔνδοξε, τὴ τοῦ σοὶ ὀφθέντος δυνάμει, δι’ ἐλάφου Εὐστάθιε, ποικίλους καθυπέστης πειρασμούς, καὶ ἤστραψας ἐν ἄθλοις ἱεροίς, σὺν τὴ θεία σου συμβίω καὶ τοὶς υἱοίς, φαιδρύνων τοὺς βοώντας σοι. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ δείξαντι σὲ ἐν παντί, Ἰὼβ παμμάκαρ δεύτερον.

Κοντάκιον

Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Τὰ πάθη Χριστοῦ, σαφῶς μιμησάμενος, καὶ τούτου πιών, πιστῶς τὸ ποτήριον, κοινωνὸς Εὐστάθιε, καὶ τῆς δόξης σύγκληρος γέγονας, παρ' αὐτοῦ τοῦ πάντων Θεοῦ, λαμβάνων ἐξ ὕψους θείαν ἄφεσιν.

Κάθισμα

Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.

Εὐσεβείας τοῖς τρόποις ἀνδραγαθῶν, καρτερίας τοῖς πόνοις ὑπεραθλῶν, νέος ἀνηγόρευσαι, Ἰὼβ Μάρτυς πανένδοξε· τῶν γὰρ τερπνῶν τοῦ βίου, παθῶν τὴν ἀφαίρεσιν, σὺν γυναικὶ καὶ τέκνοις, Θεῷ ηὐχαρίστησας· ὅθεν ἐπὶ τέλει, τῶν ἀγώνων ὡς νίκης, βραβεῖον παρέσχε σοι, τὴν τοῦ αἵματος πρόσχυσιν, Ἀθλοφόρε Εὐστάθιε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων, ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος

Ὕμνον μοι δώρησαι ὁ Θεός μου, ἀνυμνῆσαι καὶ λέγειν νυνὶ τοὺς ἀγῶνας τοῦ Ἀθλοφόρου σου Κύριε, ὅπως εὐρύθμως ἐγκωμιάσω τὸν γενναῖον ἐν τοῖς ἄθλοις Εὐστάθιον, τὸν νικητὴν ἐν πολέμοις ἐχθρῶν γεγονότα ἀεί, τὸν μέγαν ἐν εὐσεβείᾳ, καὶ χορῷ τῶν Μαρτύρων ἐκλάμψαντα· σὺν τούτοις γὰρ ψάλλει ἀπαύστως σοι, μετ' Ἀγγέλων ὁ πάνσοφος, λαμβάνων ἐξ ὕψους θείαν ἄφεσιν.

Απολυτίκιο, Ήχος δ΄

«Οἱ Μάρτυρές σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτῶν, στεφάνους ἐκομίσαντο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· σχόντες γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλον, ἔθραυσαν καὶ δαιμόνων, τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτῶν ταῖς ἱκεσίαις, Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.»

Πηγή: http://www.xfe.gr/

† Η Αγία Αριάδνη (18 Σεπτεμβρίου)

Σώζει ραγείσα την Αριάδνην πέτρα· Χριστός γαρ αυτήν έσκεπε ζωής πέτρα

Μετ. Την Αριάδνη την έσωσε μια πέτρα που ράγισε· γιατί την έσκεπε ο Χριστός, η πέτρα της ζωής.

Η αγία μάρτυς Αριάδνη έζησε και άθλησε κατά τους χρόνους των αυτοκρατόρων της Ρώμης Αδριανού (117-338 μ.Χ.) και Αντωνίνου Πίου (138-161 μ.Χ.). Χρημάτισε δούλη κάποιου Τετρούλλου, άρχοντα της πόλεως Προμισέων της Φρυγίας Σαλουταρίας.

Κάποτε ο κυριός της, ο Τέτρουλλος, εόρταζε τα γενέθλια του γιού του. Αυτός λοιπόν κάλεσε και την Αριάδνη στο ναό των ειδώλων να συνεορτάσουν τα γενέθλια του παιδιού του. Η Αγία όμως αρνήθηκε την πρόσκληση αυτή. Τότε ο κύριός της πρόσταξε και της καταξέσχισαν με σιδερένια νύχια ολόκληρο το σώμα της. Έπειτα την άφησαν ελεύθερη.

Όμως και πάλιν ο ηγεμόνας άρχισε να την καταδιώκει την Αγία. Εκείνη δε, όταν πλησίασε σε μια πέτρα, προσευχήθηκε στον Κύριο να τη γλιτώσει από τους διώκτες της δήμιους. Και τότε, ώ του θαύματος!, η πέτρα, με θεία επενέργεια, άνοιξε στα δύο και, αφού βρέθηκε ανάμεσα η αγία Μάρτυς, ενώθηκαν και πάλι τα δύο τμήματά της και την έκλεισαν μέσα. Τους άνδρες δε που την καταδίωκαν, τους συνέτριψαν και τους εξαφάνισαν έφιπποι άγγελοι Κυρίου.

Ἀπολυτίκιον 

Ἦχος δ'. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Τὴ τοῦ Χριστοῦ κυβερνωμένη παλάμη, οὐκ ἐδουλώθης τὴν ψυχὴν Ἀριάδνη, ἀλλὰ ἐλευθέρα γνώμη ἠνδραγάθησας, πᾶσαν γὰρ ἐπίνοιαν, τοῦ ἐχθροῦ καθελοῦσα, στέφος χαριτόπλοκον, ἐκ Θεοῦ ἐκομίσω, ὃν ἐκδυσώπει Μάρτυς ἐκτενῶς, ἐλεηθήναι, τοὺς σὲ μακαρίζοντας.

Πηγή: http://www.saint-ariadne.gr/



† Η Αγία Σοφία και οι τρεις θυγατέρες της Πίστη, Ελπίδα, Αγάπη (17 Σεπτεμβρίου)


Μαρτύρησαν στα χρόνια του αυτοκράτορα Αδριανού (117 – 138). Η μητέρα Σοφία, τίμια και θεοσεβής γυναίκα, γρήγορα χήρεψε και με τις τρεις κόρες της ήλθε στη Ρώμη. Εκεί καταγγέλθηκαν ως φημισμένες χριστιανές. Τότε ο αυτοκράτορας πληροφορήθηκε ότι οι τέσσερις γυναίκες ήταν χριστιανές και διέταξε να τις συλλάβουν

Αφού απομόνωσαν τη μητέρα, άρχισαν να ανακρίνουν τις κόρες.

Πρώτη παρουσιάστηκε στο βασιλιά η δωδεκάχρονη Πίστη. Με δελεαστικούς λόγους ο Ανδριανός προσπάθησε να πείσει την Πίστη να αρνηθεί το Χριστό και θα της χορηγούσε τα πάντα, για να ζήσει ευτυχισμένη ζωή, αλλά αντιμετώπισε το άκαμπτο φρόνημα της νεαρής. Τα λόγια της Αγίας Γραφής αποτέλεσαν δυναμική απάντηση της Πίστης: «ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ» (Γαλ. 2: 20) δηλαδή «ζω εμπνεόμενη από την πίστη μου στον Χριστό, που με αγάπησε και έδωσε τον εαυτό Του για τη σωτηρία μου». Τότε, μετά από βασανιστήρια, την αποκεφάλισαν.

Επίσης με τα λόγια της Αγίας Γραφής απάντησε και η δεκάχρονη Ελπίδα, όταν τη ρώτησαν αν αξίζει να υποβληθεί σε τέτοια βασανιστήρια: «ἠλπίκαμεν ἐπὶ Θεῷ ζῶντι, ὅς ἐστι σωτὴρ πάντων ἀνθρώπων, μάλιστα πιστῶν» (Α΄ Τιμοθ. 4:10). Δηλαδή, «ναι, διότι έχουμε στηρίξει τις ελπίδες μας στον ζωντανό Θεό, που είναι σωτήρ όλων των ανθρώπων, και ιδιαίτερα των πιστών». Αμέσως τότε και αυτή αποκεφαλίστηκε.

Αλλά δεν υστέρησε σε απάντηση και η εννιάχρονη Αγάπη. Είπε ότι η ύπαρξή της είναι στραμμένη «εἰς τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ καὶ εἰς τὴν ὑπομονὴν τοῦ Χριστοῦ» (Β’ Θεσσαλ. 3: 5). Βέβαια δεν άργησαν να αποκεφαλίσουν και αυτή.

Περήφανη για τα παιδιά της η Σοφία, ενταφίασε με τιμές τις κόρες της και παρέμεινε για τρεις μέρες στους τάφους τους, παρακαλώντας το Θεό να την πάρει κοντά του. Ο Θεός άκουσε την προσευχή της και η Σοφία παρέδωσε το πνεύμα της δίπλα στους τάφους των παιδιών της.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Σοφίᾳ ἐκθρέψασα, κατὰ τὴν κλῆσιν σεμνή, τὰς τρεῖς θυγατέρας σου, ταύτας προσάγεις Χριστῷ, ἀθλήσεως σκάμμασιν· ὅθεν τῆς ἄνω δόξης, σὺν αὐταῖς κοινωνοῦσα, πρέσβευε τῷ Σωτῆρι, καλλιμάρτυς Σοφία, δοῦναι τοῖς σὲ τιμῶσι, χάριν καὶ ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Ὡς ἐλαία κατάκαρπος ἀνεβλάστησας, ἐν ταῖς αὐλαῖς τοῦ Κυρίου Σοφία Μάρτυς σεμνή, καὶ προσήγαγες Χριστῷ καρπὸν ἡδύτατον, τοὺς τῆς νηδύος σου βλαστούς, δι’ ἀγώνων ἱερῶν, Ἀγάπην τε καὶ Ἐλπίδα, καὶ τὴν θεόφρονα Πίστιν· μεθ’ ὧν δυσώπει ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Πηγή: http://www.xfe.gr/

† Η Αγία Μεγαλομάρτυς Ευφημία (16 Σεπτεμβρίου)

Η γενναίοψυχη Μεγαλομάρτυς του Χριστού Ευφημία έζησε και μαρτύρησε επί του αυτοκράτορα Διοκλητιανού, πού βασίλεψε από το 284 μέχρι 305 μ.Χ.. Η Ευφημία καταγόταν από την Χαλκηδόνα. Ο πατέρας της ονομαζόταν Φιλόφρων. Ήταν πολύ πλούσιος και κατείχε το αξίωμα του Συγκλητικού. Η μητέρα της, η Θεοδοσιανή, ήταν γυναίκα με πίστη χριστιανική.

Θαυμαστή ομολογία των Χριστιανών

Στα μέρη της Ανατολής, πού ζούσε η μακαρία Ευφημία, ηγεμόνας ήταν ο Πρίσκος. Όταν έφτασε η γιορτή του ειδωλολατρικού θεού Άρη, στείλανε οι άρχοντες, παντού, σ’ όλη την επαρχία της Χαλκηδόνος αυστηρά γράμματα και διατάγματα και κήρυκες με εντολές. Καλούσαν όλους μικρούς και μεγάλους, θέλοντας και μη να πάνε στη γιορτή του Άρεως. Η Ευφημία ήταν αρχηγός σε μια ομάδα και συντροφιά Χριστιανών. Όταν έγινε η γιορτή συλλάβανε πολλά πλήθη των Χριστιανών. Μεταξύ αυτών συνέλαβε και την Ευφημία, με τους συντρόφους της.

Ο ηγεμόνας αφού πρώτα τους μίλησε με υποκριτική πραότητα και αφού οι χριστιανοί επέμεναν να ομολογούν την πίστη τους έδωσε διαταγή να τους δέρνουν αλύπητα επί είκοσι μέρες. Μετά την εικοστή ημέρα οι μάρτυρες έλαμπαν μαζί έλαμπε και η Ευφημία. Ο ηγεμόνας αφού είδε ότι δεν αλλάζουν έδωσε διαταγή να τους δείρουν.

Ο ξυλοδαρμός ήταν τόσος πολύς και βάναυσος, πού οι υπηρέτες από τον πολύ κόπο, έπεσαν εξαντλημένοι κάτω στη γη. Ο Θεός όμως δόξασε τους δούλους του. Παρά τους πόνους, τους δυνάμωνε και έλαμπαν έτσι τα πρόσωπά τους από χαρά.

Η Αγία στο μαρτύριο του τροχού.

Την Αγία την κάλεσε κοντά του και της υποσχόταν πολλά, θαρρούσε ο ανόητος πώς θα την πλανέψει. Όμως η Αγία επέμενε στην πίστη της. Αμέσως τότε ο τύραννος διατάσσει να την βάλουν στον τροχό. Συντρίβονταν όλα τα κόκκαλα της Αγίας, εξαρθρώνονταν οι αρθρώσεις της. Το σώμα; της κατακόβεται και το αίμα τρέχει. Οι πόνοι είναι φοβεροί. Ο νους της όμως και η αγάπη της, όλη η ύπαρξη της είναι προσηλωμένη στο Χριστό.

— Χριστέ μου, έλεγε, η πηγή της ζωής, πού σώζεις όσους ελπίζουν σε Σένα, βοήθησε και μένα τώρα. Ας το μάθουν όλοι, ότι Συ είσαι Θεός μόνος και ότι δεν θα πλησιάσει κανένα κακό, ούτε μάστιγα στο σκήνωμα εκείνων, πού προστρέχουν σε Σένα.

Ο Θεός απάντησε στην προσευχή της, διότι αμέσως ήλθε μια αόρατος δύναμις εξ Ουρανού και σε μια στιγμή την έλυσε από τον τροχό. Αλλά και το σώμα της το γιάτρεψε τελείως, ώστε δεν φαινόταν το παραμικρό σημάδι από τις πληγές. Οι δήμιοι υστέρα από αυτό φοβήθηκαν, τα έχασαν και σταμάτησαν το θλιβερό έργο τους. Η Μάρτυς βγήκε τότε από τον τροχό και περιπατούσε υγιέστατη και αβλαβής. Ήταν πολύ πιο ωραίο το πρόσωπο της από πριν. Ένα θειο φως έλουζε το πρόσωπο της.

Στην κάμινο του πυρός

Ο τύραννος τυφλωμένος από τον εγωισμό του, όχι μόνο δεν πίστεψε στην θεϊκή δύναμη, αλλά διέταξε να ρίξουν την Αγία μέσα στην φωτιά της καμίνου.

Αλλά τότε οι προϊστάμενοι των δημίων Σωσθένης και Βίκτωρ ήλθαν στον Πρίσκο και του είπαν:
- Εμείς, όπως βλέπεις και μόνος σου, είμαστε πρόθυμοι να εκτελέσουμε τις διαταγές σου, αλλά εδώ δεν απορούμε. Δεν μπορούμε να αγγίξουμε το σώμα της παρθένου, διότι βλέπουμε δίπλα της κάτι φοβερούς άνδρες να στέκονται, πού μας φοβερίζουν και είναι έτοιμοι να σκορπίζουν την φωτιά κατ’ επάνω μας, για να την προφυλάξουν και να την προστατέψουν.

Με αυτά, πού βλέπουμε, πιστεύουμε και ημείς, ότι ο Θεός της Ευφημίας ο Χριστός είναι Θεός αληθινός. Ο Πρίσκος μόλις τ’ άκουσε αυτά τα έχασε. Αμέσως έπειτα διέταξε να τους φυλακίσουν και τους δυο για παράβαση διαταγής και εκδήλωση αναγνωρίσεως του Χριστού. Ο Σωσθένης και ο Βίκτωρ την επόμενη μέρα μαρτύρησαν για την πίστη τους στον Χριστό.

Εν τω μεταξύ ο ηγεμόνας διέταξε δύο κακοπροαίρετους να ρίξουν την Αγία μέσα στην φλεγόμενη κάμινο. Πέταξαν λοιπόν τότε εκείνοι την Αγία μέσα στην φωτιά της καμίνου. Η φλόγα όμως φούντωσε, ξεχύθηκε γύρω από την κάμινο με ορμή και κατέκαψε εκείνους, πού έριξαν μέσα την Αγία. Όταν η φλόγα μαράθηκε και οι υπηρέτες σκορπίσθηκαν από την θεϊκή τιμωρία, η Αγία βγήκε από την κάμινο τελείως αβλαβής.

Της ξύνουν τις σάρκες και την ρίχνουν στα θηρία Την άλλη ημέρα ο τύραννος διέταξε να φέρουν την Αγία από την φυλακή. Η Αγία επέμενε στην Χριστιανική της πίστη και τότε φούντωσε ο τύραννος από το θυμό του  και διέταξε να της ξύσουν τις σάρκες με μυτερές πέτρες και σίδερα αιχμηρά. Οι δήμιοι κουράστηκαν, αλλά η Μάρτυς και πάλι φαίνονταν ακμαία και αβλαβής. Τότε διέταξε και κατασκεύασαν στη μέση του σταδίου μια δεξαμενή μεγάλη. Την γέμισαν νερό και έβαλαν μέσα σ’ αυτή σαρκοβόρα θηρία της θαλάσσης. Κατόπιν διέταξε  να ρίξουν και την Αγία μέσα.

Έπειτα προσευχήθηκε η μάρτυς Ευφημία. Έκαμε έπειτα τον σταυρό της και με σταθερότητα και θάρρος μπήκε στο νερό. Τα θηρία εκείνα, όρμησαν μεν εναντίον της, αλλά μόλις πλησίασαν στο μαρτυρικό σώμα της, σταμάτησαν. Έβαλαν την ράχη τους και βαστούσαν επάνω τους την Αγία, λες και φοβόνταν μήπως πάθη κανένα κακό μέσα στα νερά.
Βλέποντας αυτά τα παράδοξα και εκπληκτικά ο Πρίσκος, απορούσε και θαύμαζε μέσα του. Αγωνιούσε αλλά δεν τον άφηνε ο τυφλός εγωισμός.

Τις λαλήσει τας δυναστείας σου, Κύριε.
 
Έπειτα από αυτά ετοίμασαν ένα λάκκο στρωμένο με μικρά μυτερά σουβλιά και από πάνω τα είχανε σκεπασμένα με λίγο χώμα. Η Αγία πέρασε πάνω από αυτά, χωρίς να πάθη τίποτε απολύτως. Μερικοί από το περιβάλλον του ηγεμόνα επεχείρησαν και αυτοί να περάσουν. Παραμέρισε όμως το λίγο χώμα. Έπεσαν επάνω στα κοφτερά όργανα, κατακόπηκαν και αμέσως πέθαναν.

Η Αγία τότε ευχαρίστησε τον Σωτήρα της και έλεγε :
- Τίς λαλήσει τάς δυναστείας σου, ἡ ἀκουστᾶς ποιήσει πάσας τάς αἰνέσεις σου, Κύριε, διότι ἐφύλαξες ἀβλαβῆ τήν δούλη σου ἀπό πληγᾶς καί μάστιγας, ἀπό πῦρ καί θηρία, ἀπό ὕδωρ καί τροχούς καί λάκκον. Καί τώρα, Δέσποτα, πολυέλεε, ρύσαι τήν ψυχήν μου ἐκ χειρός τοῦ ἐξ ἀρχῆς πολεμίου τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Ἁμαρτίας νεότητάς μου καί ἄγνοιάς μου μή μνησθεῖς, ἀλλά καθάρισον πάντα μολυσμόν σαρκός καί πνεύματος μέ τάς σταγόνας τῶν αἱμάτων μου, οἱ ὅποιες διά Σέ χύθηκαν, διότι Σύ εἶσαι ἡ κάθαρσις, ὁ ἁγιασμός καί ὁ φωτισμός τῶν δούλων σου.

Το ένδοξο τέλος της Μάρτυρος 

Ο Πρίσκος όμως έμενε και πάλιν τυφλός μπροστά στις θαυματουργίες. Δεν άνοιγαν δυστυχώς τα μάτια του να δη την αλήθεια. Και τούτο, διότι ήταν κακοπροαίρετος. Γι αυτό έφερε και πάλι στο στάδιο την Αγία και την διέταξε ν’ αγωνιστεί με τα θηρία. Η Αγία όμως στενοχωριόταν γιατί δεν αναχωρούσε το συντομότερο για τον ποθούμενο της Νυμφίο Χριστό, στην αληθινή και παντοτινή ζωή και ευφροσύνη. Γι αυτό προσευχήθηκε και ζήτησε από τον Κύριο να παραλάβει την ψυχή της.

Έτσι, λοιπόν, καθώς προσευχόταν η καλλιπάρθενος Μάρτυς, οι τύραννοι άφησαν να ορμήσουν κατ’ επάνω της τέσσερα λιοντάρια και τρεις αρκούδες. Τα θηρία πλησίασαν και φιλούσαν με πολλή ευλάβεια, σαν να ήταν άνθρωποι, τα πόδια της Αγίας. Μία όμως άρκτος δάγκωσε ένα μέρος από το σώμα της Αγίας. Πληγή ή σημάδι δεν έκαμε κανένα στο σώμα της Αγίας. Αυτό όμως έγινε Αφορμή να υπάγει η Μάρτυς Ευφημία προς τον ποθούμενο Νυμφίο της Χριστό.

Ήταν η 16η του μηνός Σεπτεμβρίου του έτους 303 μ.Χ. Ο Θεός δόξασε την έξοδο της εκ του κόσμου τούτου, διότι ακούστηκε φωνή από τον Ουρανό πού έλεγε: «Ἀνελθε πρός τόν στεφανοδότην ἡ τόν καλόν ἀγώνα ἀγωνισαμένη καί τόν δρόμον ἤδη τελέσασα, διά νά λάβης τούς μισθούς καί τάς ἀμοιβάς τῶν κόπων σου...».

Συγχρόνως δε με την φωνή έγινε και μεγάλος σεισμός, πού έσεισε την πόλη. Όλοι οι κάτοικοι φοβήθηκαν και έφευγαν έξω.
Τότε βρήκαν την ευκαιρία οι γονείς της Αγίας, πήραν το μαρτυρικό και πολύτιμο εκείνο σώμα της και το έθαψαν με τα χέρια τους σ’ ένα τόπο κοντά στην Χαλκηδόνα.  Το ενταφίασαν μ’ ευλάβεια και τιμές. Όταν το ενταφίαζαν δεν έκλαιαν, αλλά χαίρονταν, διότι αξιώθηκαν να είναι γονείς τέτοιας νέας. Χαίρονταν ακόμη, διότι προσέφεραν στο Θεό καρπό ευλογίας πιο ιερό και άγιο από κάθε άλλη προσφορά και δώρο.

Ἀπολυτίκιον

Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.

Τῷ θείῳ ἔρωτι, Λαμπρῶς ἀθλήσασα, εἰς oσμὴν ἔδραμες, Χριστοῦ πανεύφημε, οἴα νεᾶνις παγκαλῆς, καὶ Μάρτυς πεποικιλμένη, ὅθεν εἰσελήλυθας, ἐiς παστάδα οὐράνιον, κόσμω διανέμουσα, ἰαμάτων χαρίσματα, καὶ σῴζουσα τοὺς σοὶ ἐκβοώντας, χαίροις θεόφρον Εὐφημία.

Πηγή: http://www.amen.gr/



† Ύψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού (14 Σεμτεμβρίου)


Το έτος 326 ή Αγία Ελένη πήγε στην Ίερουσαλήμ για να προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους και να ευχαριστήσει το Θεό για τους θριάμβους του γιου της Μ. Κωνσταντίνου. Ό Θείος ζήλος, όμως, έκανε την Άγια Ελένη να αρχίσει έρευνες για την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού. Επάνω στο Γολγοθά υπήρχε ειδωλολατρικός ναός της θεάς Αφροδίτης, τον όποιο γκρέμισε και άρχισε τις ανασκαφές. Σέ κάποιο σημείο, βρέθηκαν τρεις σταυροί. Ή συγκίνηση υπήρξε μεγάλη, αλλά ποιος από τους τρεις ήταν του Κυρίου; Τότε ό επίσκοπος Ιεροσολύμων Μακάριος με αρκετούς Ιερείς, αφού έκανε δέηση, άγγιξε στους σταυρούς το σώμα μιας ευσεβέστατης κυρίας πού είχε πεθάνει. Όταν ήλθε ή σειρά και άγγιξε τον τρίτο σταυρό, πού ήταν πραγματικά του Κυρίου, ή γυναίκα αμέσως αναστήθηκε. Ή είδηση διαδόθηκε σαν αστραπή σε όλα τα μέρη της Ιερουσαλήμ. Πλήθη πιστών άρχισαν να συρρέουν για να αγγίξουν το τίμιο ξύλο. Επειδή, όμως, συνέβησαν πολλά δυστυχήματα από το συνωστισμό, ύψωσαν τον Τίμιο Σταυρό μέσα στο ναό σε μέρος υψηλό, για να μπορέσουν να τον δουν και να τον προσκυνήσουν όλοι. Αυτή, λοιπόν, την ύψωση καθιέρωσαν οι άγιοι Πατέρες, να γιορτάζουμε στις 14 Σεπτεμβρίου, για να μπορέσουμε κι εμείς να υψώσουμε μέσα στις ψυχές μας το Σταυρό του Κυρίου μας, πού αποτελείτο κατ’ εξοχήν “όπλον κατά του διαβόλου”. (‘Ορισμένοι Συναξαριστές, αυτή την ήμερα, αναφέρουν και την ύψωση του Τιμίου Σταυρού στην Κωνσταντινούπολη το 628 από τον βασιλιά Ηράκλειο, πού είχε νικήσει και ξαναπήρε τον Τίμιο Σταυρό από τους ‘Αβάρους, οι όποιοι τον είχαν αρπάξει από τους Αγίους Τόπους).

Άπολυτίκιον. Ήχος α’.

Σώσον Κύριε τον λαόν σου, και ευλόγησαν την κληρονομίαν σου, νίκας τοις Βασιλεΰσι, κατά βαρβάρων δωρούμενος, και το σον φυλάττων, δια του Σταυρού σου πολίτευμα.

Πηγή: http://gerontes.wordpress.com/

† Οι Άγιοι Θεοπάτορες Ιωακείμ και Άννα (09 Σεμπεμβρίου)


Η Αγία Άννα είναι η μητέρα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Κατάγεται από γένος επίσημο από ιερατική γενιά. Είναι κόρη του ιερέα Ματθάν και της γυναίκας του Μαρίας. Η ενάρετη Άννα παντρεύτηκε στην Γαλιλαία τον Θεοσεβή Ιωακείμ. Δεν είχε παιδιά και ήταν ήδη προχωρημένης ηλικίας. Οι Άγιοι Ιωακείμ και Άννα κοσμούνται από αρετές. Είναι γεμάτοι από καλοσύνη, πραότητα και υπομονή. Ζουν με ευλάβεια και φόβο Θεού. Τηρούν τον νόμο. Έχουν ταπείνωση, σωφροσύνη, αγιότητα ζωής. Πιστεύουν στο Θεό με θέρμη και προσεύχονται. Προσεύχονται ολόψυχα. Και γι’ αυτό αξιώνονται να γίνουν Πρόγονοι του Βασιλέως των βασιλευόντων Χριστού, του Δημιουργού του ουρανού και της γης.

Η ατεκνία της Αγίας Άννας


Στη ζωή της Άγιας Άννας υπήρχε και ένα μελαγχολικό σύννεφο. Υπήρχε μια πίκρα διότι έμεινε στείρα. Ο Θεός, είχε δώσει στην ενάρετη ζωή της, για δοκιμασία, την στέρηση της μητρότητας. Μοιράζει ο Θεός τα χαρίσματά Του. Και στον καθένα μαζί με τα προσόντα, που τον προικίζει του δίνει και κάποιο μειονέκτημα για να τον συγκρατεί. Έτσι λοιπόν και η ενάρετη Άννα έχει έντονη τη θλίψη της, γιατί δεν μπορεί να αποκτήσει ένα παιδί.

Τον καιρό εκείνο η ατεκνία είχε φοβερές κοινωνικές συνέπειες. Ο άτεκνος εθεωρείτο περιφρονημένος και ντροπιασμένος από τον Θεό και τους ανθρώπους. Κανένας δεν έτρωγε ψωμί μ’ αυτόν που δεν είχε παιδί. Όταν πήγαινε στην Εκκλησία καθόταν τελευταίος. Και αν έδινε λειτουργία, συνηθιζόταν να την δίνει τελευταίος στον Ιερέα.

Η προσευχή της Άννας


Ζητάει, να επιβλέψει ο Θεός στην ταπείνωση της και να της δώσει παιδί. Ένα παιδί ζητάει από το Θεό. ένα παιδί θειο δώρο, που θα τους απάλλασσε από την ντροπή της ατεκνίας.

Και αυτό δεν το θέλει δικό της. Υπόσχεται και λέγει:

-«Θά τό ἀφιερώσω Κύριε σέ Σένα».

Ας δούμε όμως με τί λόγια προσεύχεται, πως απευθύνει η Αγία Άννα την παράκληση της στο Θεό:

-«Κύριε Παντοκράτορα, καί Μεγαλοδύναμε, πού μόνο μέ τό λόγο ἔκανες τόν οὐρανό καί τή γῆ καί ὅσα φαίνονται καί εἶναι γύρω μας, πού λύτρωσες, τούς πατέρες μας ἀπό τά χέρια του Φαραώ, πού μέ τό πρόσταγμά Σου σχίσθηκε ἡ θάλασσα καί πέσανε μέσα οἱ Αἰγύπτιοι. Ἐσύ Θεέ, πού τούς ἔτρεφες σαράντα χρόνια στήν ἔρημο. Ἐσύ, πού εὐλόγησες τή Σάρρα, τή γυναίκα τοῦ Ἀβραάμ καί γέννησε τόν Ἰσαάκ στά γεράματά της. Ἐσύ πού χαρίτωσες ἐκείνη τήν Ἄννα τήν ὁμοία μου καί γέννησε τό Σαμουήλ τόν προφήτη. Ἐσύ δῶσε καί σέ μένα τήν ταπεινή Σου δούλη παιδί, καί μή μέ ἀφήσης νά εἶμαι ντροπιασμένη καί ταπεινωμένη ἀπό ὅλο μου τό γένος. Κύριε, ὁ Θεός μου, τάχα καί σάν ἕνα ἀπό τά θηρία δέν εἶμαι καί ἐγώ;

Διατί μέ ὠργίστηκες τόσο καί εἶμαι στείρα; Ἐσύ, πού εὐλόγησες τά ποιήματά σου καί εἶπες: Αὐξάνεσθε καί πληθύνεσθε, δῶσε καί σέ μένα σπέρμα καί καρπό κοιλίας, καί ἄν γεννήσω εἴτε ἀρσενικό εἴτε θηλυκό, νά Σού τό χαρίσω μέ ὅλη μου τή χαρά καί νά τό φέρω στό Ναό Σου νά τό ἀφιερώσω». Ο Άγιος Ιωακείμ, έκλεγε και αυτός και παρακαλούσε το Θεό, όπως και η γυναίκα του.

Ο Θεός απαντάει στις προσευχές του Ιωακείμ και της Άννας

Ο Θεός που αγαπάει το πλάσμα Του, είδε τα δάκρυα και τους αναστεναγμούς τους, απάντησε στις θερμές προσευχές τους. Και πως έγινε τούτο; Έστειλε τον Αρχάγγελο Γαβριήλ στον Ιωακείμ που ήταν στο βουνό και του λέγει:

«Χαῖρε Ἰωακείμ, καί εὐφραίνου, ἐγώ εἶμαι Ἀρχάγγελος Κυρίου καί ἦλθα νά σού πῶ, ὅτι πρόκειται νά γεννήσεις μία θυγατέρα, πού θά γεννήσει ἀπό τήν παρθενία τῆς τόν Βασιλιά τοῦ κόσμου καί Θεό. Ἄφησε λοιπόν τήν πολλή σου λύπη καί πικρία τῆς ψυχῆς σου καί πήγαινε στό σπίτι σου χαρούμενος. Φτάνουν οἱ τόσο πολλοί κόποι καί ἀναστεναγμοί. Ἄκουσε ὁ Θεός τή δέησή σου. Μόνο πήγαινε, πιστεύοντας στούς λόγους μου καί δόξαζε τό Θεό.»

Αυτά είπε ο Αρχάγγελος στον Ιωακείμ και έφυγε αμέσως και πήγε στην Άννα και της είπε τα εξής:

-«Ἄννα, Ἄννα, ἐπήκουσε Κύριος της δεήσεώς σου καί συλλήψει καί γεννήσεις, καί λαληθήσεται τό σπέρμα σου ἐν ὅλη τή οἰκουμένη». Καί εἶπεν Ἄννα, «ζῆ Κύριος ὁ Θεός μου, ἐάν

γεννήσω εἴτε ἄρρεν, εἴτε θῆλυ, προσάξω αὐτό δῶρον Κυρίω τῷ Θεῶ μου καί ἔσται λειτουργῶν αὐτῶ πάσας τάς ἡμέρας τῆς ζωῆς αὐτοῦ».

Ο Ιωακείμ σαν άκουσε τα λόγια και τα μηνύματα του αρχαγγέλου Γαβριήλ, πήγε χαρούμενος ατό σπίτι του. Εκεί βρήκε τη γυναίκα του την Άννα που ήταν και αυτή χαρούμενη από τα λόγια του Αρχαγγέλου. Εκείνη λοιπόν τη νύχτα, συνέλαβε η άγια Άννα τη Δέσποινα Θεοτόκο από τη σπορά του Ιωακείμ, γιατί μόνο ο Χριστός ασπόρως εκυήθη, γεννήθηκε χωρίς σπορά ανδρός. Επηκολούθησαν ευτυχείς ημέρες απερίγραπτης χαράς για τους ευσεβείς Ιωακείμ και Άννα. Και τότε συνεχίσθηκαν οι προσευχές ευχαριστίας με δάκρυα χαράς και ευγνωμοσύνης στο Θεό. Ποιος αλήθεια μπορεί να περιγράψει τη ευτυχία τους εκείνη, που επακολούθησε;

Έπειτα όταν πέρασε ο προβλεπόμενος χρόνος η χαρά τους έγινε πιο χειροπιαστή. Η ευσεβής Άννα γέννησε μετά από 9 μήνες ένα χαριτωμένο κοριτσάκι.

Το όνομα του παιδιού και η σημασία του

Στις οχτώ μέρες, ήταν συνήθεια στους Εβραίους, οι γονείς του παιδιού να καλούν τους ιερείς, να τους φιλεύουν και να βάζουν το όνομα του παιδιού. Σύμφωνα με τη συνήθεια αυτή, ο Άγιος Ιωακείμ και η Αγία Άννα καλέσανε τους ιερείς, τους φιλέψανε για να βάλουν το όνομα τής θυγατέρας τους. Την ονομάσανε Μαριάμ.

Το όνομα Μαριάμ σημαίνει Βασίλισσα. Σημαίνει επίσης, δώρο, ελπίδα, κυρία, Ωραία. Ήταν η πιο άγια γυναίκα, Άφθαρτη και Αμόλυντη και γι’ αυτό λέγεται Παναγία. Αναλυτικά όμως, σύμφωνα με μίαν άλλη ερμηνεία κάθε γράμμα του ονόματος της αντιστοιχεί στις λέξεις:

Μόνη Αύτη Ρύσεται Ιού Άπαντας Μισοκάλου

Δηλαδή: Μόνη αυτή θα γλυτώσει τους ανθρώπους από το φαρμάκι του Διαβόλου. Δηλαδή την αμαρτία.

Το τάμα της Αγίας Άννας

Επί τρία ολόκληρα χρόνια χαρήκανε οι ευλαβείς γονείς την μικρή χαριτωμένη κόρη τους, έχοντάς την ανάμεσα τους και υμνολογώντας ευχαριστίες στο Θεό.

Μόλις περάσανε τα τρία χρόνια, θυμήθηκαν οι γονείς της αυτό που τάξανε στο Θεό.

Να χαρίσουν δηλαδή τη θυγατέρα τους στην Εκκλησία. Αληθινά, ήταν πολύ μεγάλη η πίστη της Άννας, για να χωριστεί από τη θυγατέρα της, που ήταν μόλις τριών χρόνων. Για να χωριστεί από κείνη, που ζήτησε με πολλά δάκρυα και πολλές προσευχές από το Θεό. Προτίμησε όμως η Αγία Άννα να τηρήσει την υπόσχεση της στο Θεό και να δώσει αυτό που έταξε, από τη διαδοχή του γένους της.

Μόνο να γίνει αυτό που έταξα στο Θεό και ας μείνω χωρίς κληρονόμο, και ας μείνουν τα υπάρχοντα μου σε χέρια άλλων, είπε.

Μαζέψανε λοιπόν οι Άγιοι Ιωακείμ και Άννα τις παρθένους της γειτονίας, για να πάνε με λαμπάδες την χαριτωμένη κόρη τους στο Ναό. Τον καιρό εκείνο, ήταν αρχιερέας ο Ζαχαρίας, ο Προφήτης και πατέρας του Προδρόμου. Αυτός μόλις είδε την Παναγία, τη γνώρισε αμέσως. Στάθηκε και της είπε πολλά εγκώμια. Μετά γύρισε και στους γονείς της και τους είπε:

-«Εὐλογημένο καί χαριτωμένο ἀντρόγυνο, χαίρεσθε καί ἀγαλλιάσθε, γιατί ἀξιωθήκατε νά γίνετε γονεῖς τέτοιας θυγατέρας. Ἐσεῖς ξεπεράσατε τούς προπάτορές μας καί τούς πατέρες μας. Ἐσεῖς γεννήσατε τή Βασίλισσα τοῦ κόσμου. Ἐσεῖς θά δοξασθῆτε ἀπό τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους».

Τότε η Αγία Άννα είπε στον Αρχιερέα:

-«Πάρε Ἀρχιερέα, τή θυγατέρα μου. Μᾶλλον τή θυγατέρα τοῦ Θεοῦ. Δέξου τήν καθαρή καί ἀμόλυντη καί ὑψηλότερη τῶν οὐρανῶν. Βάλτην μέσα στό Ναό γιατί ἐκεῖ της ἀξίζει νά κατοικῆ. Ἁγία εἶναι, σέ καθαρό τόπο τοποθέτησε τήν στά χέρια τοῦ Θεοῦ παράδωσε τήν σέ τόπο ἅγιο βάλτην ν’ ἁγιάση. Πάρε, Ζαχαρία, τήν κόρη μου, καί ἀφιέρωσε τήν στό Ναό, γιατί ἔτσι τήν τάξαμε».

Η κοίμηση της Άγιας Άννης

Η Αγία Άννα αφού γέννησε την Θεοτόκο Μαρία, την απογαλάκτισε και την αφιέρωσε στο Ναό σαν καθαρό και άμωμο δώρο. Πέρασε τη ζωή της με νηστείες, προσευχές και ελεημοσύνες προς τους φτωχούς. Τέλος παρέδωσε την Αγία της ψυχή στα χέρια του Κυρίου ειρηνικά.

Η παράδοση, αναφέρει ότι η Θεοπρομήτωρ Άννα, όταν κοιμήθηκε εν Κυρίω, ήταν 69 χρόνων και ο Ιωακείμ 80 χρόνων. Ποιος από τους δύο, πέθανε πρώτος δεν αναφέρεται.

Αναφέρεται μόνο ότι, όταν η Θεοτόκος ήταν έντεκα χρόνων έμεινε ορφανή και από τους δύο γονείς της.

Η μνήμη της Αγίας Άννης εορτάζεται την 9ην Σεπτεμβρίου, εορτή των δικαίων Θεοπατόρων. Την κοίμησή της η Εκκλησία μας γιορτάζει την 25ην Ιουλίου με ιδιαίτερη ακολουθία.

Ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός ίδρυσε Ναό προς τιμήν τής Άγιας Άννης το 550 στη Κωνσταντινούπολη.

Λείψανα της Αγίας Άννης

Στο Άγιο Όρος, στη σκήτη της Άγιας Άννας, σώζεται το αριστερό πόδι της Άγιας και αγιάζει αυτούς που πηγαίνουν να το προσκυνήσουν με ευλάβεια.

Ἀπολυτίκιον τῶν Ἁγίων Ἰωακείμ καί Ἄννης
Ἦχος πλ. α΄. Τόν συνάναρχον Λόγον.
Ἡ δυάς ἡ ἅγια καί θεοτίμητος, Ἰωακείμ καί ἡ Ἄννα ὡς τοῦ Θεοῦ ἀγχιστεῖς, ἀνυμνείσθωσαν φαιδρῶς, ἀσμάτων κάλλεσιν οὗτοι γάρ ἔτεκον ἠμίν, τήν τεκοῦσαν ὑπέρ νοῦν,
τόν ἄσαρκον βροτωθέντα, εἰς σωτηρίαν τοῦ κόσμου, μεθ’ ἤς πρεσβεύουσι σωθῆναι ἠμᾶς.

Κοντάκιον Ἦχος β΄. Τά ἄνω ζητῶν.
Εὐφραίνεται νῦν, ἡ Ἄννα τῶν στειρώσεως, λυθεῖσα δεσμῶν, καί τρέφει τήν Πανάχραντον, συγκαλοῦσα ἅπαντας, ἀνυμνῆσαι τόν δωρησάμενον, ἐκ νηδύος αὐτῆς τοῖς βροτοῖς,
τήν μόνην Μητέρα καί Ἀπείρανδρον.

Πηγή: http://www.xristianos.gr/

† Ο Άγιος Σώζων (07 Σεπτεμβρίου)


Ἀντεῖχε Σῴζων σώματος πρὸς αἰκίας,
Πρὸς τὸν μόνον σῴζοντα τὴν ψυχὴν βλέπων.
Ἑβδομάτη Σῴζων θάνε, τυπτόμενος χρόα λαμπρόν.

Βιογραφία
Ο Άγιος Σώζων έζησε στα τέλη του 3ου αιώνα μ.Χ. Πατρίδα του ήταν η Λυκαονία και σαν εθνικός ονομαζόταν Ταράσιος. Όταν βαπτίσθηκε χριστιανός, ονομάσθηκε Σώζων. Βοσκός στο επάγγελμα, προσπαθούσε να μιμείται την ημερότητα των προβάτων, που θαύμαζε πολύ. Πολλές φορές τον ενοχλούσαν και τον αδικούσαν οι άλλοι βοσκοί, αλλά αυτός πάντοτε στάθηκε πράος απέναντι τους. «Μου είναι ντροπή», έλεγε, «να γίνω κατώτερος από τα πρόβατα που βόσκουν». Μελετούσε με επιμέλεια την Αγία Γραφή, και όταν στην εξοχή συναντούσε ειδωλολάτρη, προσπαθούσε να τον κατηχήσει στο Χριστό. Κάποτε ο Σώζων πήγε στην Πομπηϊούπολη της Κιλικίας, όπου υπήρχε ένα χρυσό ειδωλολατρικό άγαλμα. Μόλις το είδε, η ψυχή του πράου Σώζοντα παροργίστηκε. Τότε, με θάρρος πολύ έσπασε το δεξί χέρι του χρυσού αγάλματος, το πούλησε και τα έσοδα διαμοίρασε στους φτωχούς. Ο έπαρχος Μαξιμιανός αναστατώθηκε και φυλάκισε πολλούς ανεύθυνους. Όταν το έμαθε αυτό ο Σώζων, παρουσιάστηκε στον έπαρχο και στις απειλές του με ήρεμο ύφος απάντησε ότι μέσα στο ναό το άγαλμα ήταν άχρηστο, ενώ έτσι ωφέλησε και κάποιους φτωχούς. Αμέσως τότε, αφού τον βασάνισαν φρικτά, τον έριξαν στη φωτιά, όπου ο πράος και ζηλωτής βοσκός απήλθε προς τον Κύριο.

Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’.

Ὁ Μάρτυς σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν ἔθραυσε καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις Χριστέ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Δι' ὄμφης οὐρανίου πιστωθεῖς πρὸς τὰ κρείττονα, τοὺς τῆς εὐσέβειας ἀγῶνας, ἄπτοητως διέδραμες· καὶ ὤφθης τοῦ Σωτῆρος κοινωνός, ἀθλήσας Μάρτυς Σῴζων ἄνδρικως· διὰ τοῦτο διασῴζεις ἐκ πειρασμῶν, τοὺς πίστει προσιόντας σοί. Δόξα τῷ παρασχόντι σοὶ ἴσχυν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἔνεργουντι διὰ σοῦ πάσιν ἰάματα.

Πηγή: http://www.saint.gr/